16 Ιουνίου 2015

Μόνοι Μαζί





Παράνομο ζευγάρι. Εκείνη αποζητά μέσω αυτού μια άλλη ζωή. Εκείνος αποζητά μέσω αυτής ένα ερωτικό πάθος. Νύχτες σε φτηνά δωμάτια ξενοδοχείων, υπό το ημίφως κάποιας λάμπας. Είναι μαζί. Είναι μόνοι.

Και εσύ, ο αναγνώστης, όπως ο κεντρικός ήρωας του βιβλίου, παρακολουθείς στα κρυφά – τους παρατηρείς από ένα άνοιγμα στον τοίχο. Δεν γνωρίζουν πως τους ακούς. Ρουφάς κάθε τους λέξη, κάθε τους κίνηση. Τους βλέπεις ενώ κάνουν έρωτα – σκιερές φιγούρες στο σκοτάδι, βογκητά κόντρα στη σιωπή. Ακούς τη φωνή της γυναίκας, αισθάνεσαι κάθε της ανάσα, παγώνεις σε κάθε της παύση… Στ’ αυτιά σου αντηχούν τα λόγια της – όπως τα κατέγραψε ο Ανρί Μπαρμπίς στο μυθιστόρημά του, «Η Κόλαση», κατά τη διάρκεια της πρώτης δεκαετίας του 20ου αιώνα - και όπως εγώ τα αναδημοσιεύω, 100 χρόνια μετά, για να μπορέσεις ο ίδιος να τ’ ακούσεις καθαρότερα.

Δεν έχεις παρά να συγκεντρώσεις την προσοχή σου… και, να, η φωνή της γυναίκας αντηχεί ξεκάθαρη στ’ αυτιά σου. Μιλάει στον άντρα δίπλα της. Και λέει τα ακόλουθα.

***

«Το ξέρεις καλά, καλύτερα και από μένα, πως είμαστε μόνοι. Μια μέρα που σου μιλούσα για τη χαρά της ζωής και που ήσουν πλημμυρισμένος από θλίψη, όπως εγώ σήμερα, με κοίταξες, και ύστερα μου είπες πως δεν ήξερες τι είχα στη σκέψη μου, πέρα απ’ τα λόγια· πως δεν ήξερες αν το αίμα που μου κοκκίνιζε το πρόσωπο δεν ήταν ένα ζωντανό φτιασίδι. Οι σκέψεις μας όλες, απ’ τις πιο μεγάλες ως τις πιο μικρές, είναι μόνο δικές μας. Όλα μας ξαναρίχνουν στον εαυτό μας και μας καταδικάζουν να είμαστε μόνοι. Κείνη την ίδια μέρα είπες: “Είναι πολλά που μου κρύβεις, και δεν θα τα μάθω ποτέ, ακόμα κι αν μου τα πεις”. Μου έδειξες πως ο έρωτας δεν είναι τίποτ’ άλλο από μια γιορτή της μοναξιάς μας, και στο τέλος μου φώναξες, καθώς μ’ έπνιγες στην αγκαλιά σου: “Ο έρωτάς μας είμαι εγώ!” Κι εγώ σου αποκρίθηκα, αλίμονο, με την αναπόφευκτη απάντηση: “O έρωτάς μας είμαι εγώ!”».

Ο άντρας θέλησε να μιλήσει. Με μια φιλική, απελπισμένη κίνηση, του έβαλε το χέρι της στο στόμα και είπε πάλι, πιο δυνατά, με αρμονική, τρεμάμενη φωνή:

«Ορίστε… Πάρε με, σφίξε τα δάχτυλά μου, ανασήκωσέ μου τα βλέφαρα, στήριξε όλο σου το στήθος πάνω στο δικό μου, ψάξε με με τα χέρια ή με τη σάρκα σου· φίλησέ με πολύ, πολύ, ώσπου ν’ ανασάνεις με το στόμα μου, ώσπου να μη μπορούμε πια να ξεχωρίσουμε τα χείλη μας. Κάνε με ό,τι θέλεις για να έρθεις κοντά μου, κοντά μου… και αποκρίσου μου: “Πονώ. Τον νιώθεις τον πόνο μου;”»

Ο άντρας δεν μίλησε (…)

«Αχ! είπε πάλι εκείνη, ας μη μιλάμε πια, ας μη μιλήσουμε ποτέ πια για τη χαρά και για τη λύπη, είναι εντελώς αδύνατον να ξεχωρίσουν. Και η επίδραση του πνεύματος πάνω σ’ ένα άλλο είναι κι αυτή απαγορευμένη. Δεν υπάρχουν στον κόσμο δυο πλάσματα που να μιλούν την ίδια γλώσσα. Στιγμές-στιγμές προσεγγίζονται χωρίς φανερή αιτία, ύστερα, το ίδιο αναίτια, αποτραβιούνται το ένα απ’ τον άλλο. Δέρνονται, χαϊδεύονται, πληγώνονται, ακρωτηριάζονται. Γελούν όταν θα έπρεπε να κλάψουν, χωρίς να μπορούν ποτέ τίποτα. Σε κάθε ζευγάρι υπάρχει πάντα μια δόση τρέλας. Εσύ ο ίδιος το είπες, δεν τη βρήκα εγώ αυτή τη φράση. Εσύ, που έχεις τόση εξυπνάδα και σοφία, μου είπες πως δυο συνομιλητές είναι δυο τυφλοί, ο ένας αντίκρυ στον άλλο, βουβοί σχεδόν, και πως δύο εραστές μένουν τόσο ξένοι, όσο ο άνεμος με το πέλαγος. Ένα προσωπικό ενδιαφέρον ή ένας διαφορετικός προσανατολισμός των αισθήσεων και των ιδεών, μια κούραση ή, απεναντίας, ένα κέντρισμα του πόθου, θολώνουν την προσοχή, την εμποδίζουν να είναι πραγματικά αγνή. Όταν κανείς προσέχει δεν ακούει, και όταν ακούει, δεν καταλαβαίνει. Σε κάθε ζευγάρι υπάρχει πάντα μια δόση τρέλας».






Ο άντρας δεν απαντούσε πια. Την κρατούσε, τη λίκνιζε ελαφρά, τη χάιδευε με προφύλαξη και θλίψη. Της φερόταν σα να ήταν ένα άρρωστο παιδάκι που το φροντίζουν χωρίς να του εξηγούν…  Κι έτσι ήταν, όσο γίνεται πιο μακριά της.

Η επαφή της όμως τον γέμιζε ταραχή. Ακόμα και θλιμμένη, αποκαμωμένη και απελπισμένη, παλλόταν θερμή στην αγκαλιά του, ακόμα και πληγωμένη την ποθούσε. Είδα τα μάτια του να λάμπουν καθώς εκείνη παραδινόταν στη θλίψη με την απόλυτη εγκατάλειψη του εαυτού της. Σφίχτηκε απάνω της. Εκείνην ήθελε. Τα λόγια που του έλεγε τα πετούσε. Του ήταν αδιάφορα, δεν τον χάιδευαν. Την ήθελε εκείνη, εκείνη!

Χωρισμός! Οι ιδέες και οι ψυχές τους έμοιαζαν πολύ, και τούτη τη στιγμή βοηθούσαν στενά ο ένας τον άλλο. Εγώ όμως, ένας μοναχικός θεατής, έβλεπα καλά με την αδέσμευτη ματιά μου πως ήταν δύο ξένοι και πως στην πραγματικότητα δεν έβλεπαν ούτε άκουγαν ο ένας τον άλλο…

Εκείνη θλιμμένη και ερεθισμένη κάπως αόριστα, ίσως από τη λαχτάρα να τον πείσει· εκείνος ξαναμμένος από τον πόθο, τρυφερός και ζωώδης. Απαντούσαν όσο καλύτερα μπορούσαν, μα τους ήταν αδύνατον να υποκύψουν, πάσχιζαν όμως να νικήσουν ο ένας τον άλλο, κι αυτή η τρομερή μάχη με σπάραζε.

Η γυναίκα ένιωσε τον πόθο του και του είπε παραπονιάρικα, σαν φταίχτρα:

«Είμαι άρρωστη»…

Ύστερα κυριεύτηκε από μια πένθιμη μανία. Ανασήκωσε τα ρούχα της, τα παραμέρισε, τα πέταξε μακριά, βγήκε απ’ αυτά σαν μέσα από μια σκοτεινή φυλακή και του προσφέρθηκε σαν ένα ολόγυμνο θύμα, με τη γυναικεία της πληγή και με την καρδιά της.

Είδα για άλλη μια φορά το μπλέξιμο των κορμιών και το αργό, ρυθμικό, ασύνορο χάδι. Για άλλη μια φορά κοίταξα το πρόσωπο του άντρα τις στιγμές της ηδονής. Τον είδα καλά. Ήταν μόνος!

Τον εαυτό του συλλογιζόταν, τον εαυτό του αγαπούσε. Το πρόσωπό του με τις φλέβες φουσκωμένες από αίμα είχε εκστασιαστεί καθώς χρησιμοποιούσε τη γυναίκα σαν ένα σάρκινο όργανο ισάξιό του. Τον εαυτό του συλλογιζόταν, τον εαυτό του θαύμαζε. Ήταν ευτυχισμένος με όλο του το σώμα και με όλο του τον λογισμό. Η ψυχή του ανάβρυσε, ακτινοβόλησε, έλαμψε στο πρόσωπό του… Κολύμπησε ολόκληρος στη χαρά. Ψιθύριζε λόγια λατρείας, θεοποιημένος απ’ αυτήν, την ευλογούσε.

Δεν είναι ενωμένοι γιατί ριγούν και λικνίζονται ταυτόχρονα, και γιατί λίγη από τη σάρκα τους είναι κοινή. Είναι, απεναντίας, εκθαμβωτικά μόνοι. Πέφτουν χωρίς να ξέρουν που, με το στόμα και τα μπράτσα μισάνοιχτα. Τι χωρισμός αυτή η κοινή απόλαυση!»



 Egon Schiele: The Embrace

***


Ας επανέλθουμε στα δικά μας. Ήταν ένα εκτενές απόσπασμα από την «Κόλαση» του Ανρί Μπαρμπίς (Henri Barbusse). Γραμμένο σχεδόν έναν αιώνα πριν, παραμένει ένα από τα πιο πολυσυζητημένα έργα της γαλλικής λογοτεχνίας του 20ου αιώνα. Και πρόσφατα μόλις κυκλοφόρησε – για πρώτη φορά, αν δεν κάνω λάθος – σε ελληνική μετάφραση (της Στέλλας Βουρδουμπά).

 Ο κεντρικός πρωταγωνιστής παρακολουθεί στα κρυφά τη ζωή των ενοίκων ενός ξενοδοχείου, μέσα από το άνοιγμα του τοίχου. Δεν πρόκειται απλά περί ηδονοβλεψίας, μα για αναζήτηση νοήματος. Ο έρωτας, η μοναξιά, η πλήξη, η καθημερινή πεζότητα και η δυνατότητα (ή όχι) υπέρβασης της ατομικότητάς μας (ως ένωση, ως μέθεξη) είναι θέματα που τον ταλανίζουν. Μέσω της ζωής των άλλων αποζητά, αγωνιωδώς, να δώσει κάποιες απαντήσεις… Να γεμίσει με χρώμα την καθημερινότητά του, να εμπλουτίσει με κάποιο ορίζοντα το επίπεδο τοπίο της.

Και μαζί με αυτόν συμπλέουν εν αγνοία τους οι υπόλοιποι χαρακτήρες – σαν το ζευγάρι που είδαμε. Και όπως ο κεντρικός χαρακτήρας τους παρακολουθεί στα κρυφά – έτσι κάνεις και συ, ο αναγνώστης, βλέποντας τους μέσα από τα μάτια του, νιώθοντας – ποιος ξέρει – τις δικές του αγωνίες. Διαβάζοντας τον λόγο του. Όπως αντίστοιχα τώρα διαβάζεις αυτό εδώ το blog και εγώ, ένας άλλος αναγνώστης, σου απευθύνομαι. 

Καθρέπτες μέσα σε καθρέπτες. Μα κάπου θα υπάρχει μια διέξοδος, ένας κοινός τόπος. Εκεί που θα είμαστε μαζί, μα όχι μόνοι... Εκτός αν "δεν υπάρχουν στον κόσμο δυο πλάσματα που να μιλούν την ίδια γλώσσα".

Όσο αφορά το μυθιστόρημά μας και την εξέλιξη των χαρακτήρων του… Η συνέχεια στις σελίδες του βιβλίου.



4 σχόλια:

  1. "Κούνελε" φίλε καλημέρα. Μια ακόμα συγκλονιστική κατάθεση θέματος εκ μέρους σου....
    Πάντα στα δύσκολα, πάντα στα σκοτεινά, στα δύσβατα....
    Δεν ξέρω αλλά ένας κόμπος έσφιξε το λαιμό μου διαβάζοντάς το......
    Όμορφη μέρα εύχομαι φίλε.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Εάν μου έλεγες πως το διάβαζες και έκανες ανάλαφρες, χαρούμενες σκέψεις νομίζω θα υπήρχε πρόβλημα! Καλή σου μέρα, Γιάννη!

      Διαγραφή
  2. Κείμενο που σε ταράζει συθέμελα!
    Γνωρίζεις κι αυτό το κάνει να φαντάζει τόσο τραγικό για την ανθρώπινη ύπαρξη.
    Υπάρχουν πλάσματα στον κόσμο που μιλούν την ίδια γλώσσα, αλλά το θέμα είναι αν θα συναντηθούν ποτέ. Κι αν ακόμα συμβεί αυτό, πότε θα είναι; Αν η στιγμή της συνάντησης είναι μια εντελώς λάθος στιγμή, αν όλα οδηγούν αυτή τη συνάντηση σε αδιέξοδο;
    Τότε γίνεται ακόμα πιο τραγικό, μια και έχουν ήδη χαμένη τη δυνατότητα να απολαύσουν αυτό το δώρο που είναι πραγματικά σπάνιο για τον άνθρωπο.
    Μένεις με ένα γιατί να αιωρείται, γιατί τώρα. Μέσα σου μπορεί να το έχεις απαντήσει, αλλά την αδικία δεν μπορείς εύκολα να την χωνέψεις ή μάλλον δεν θέλεις, κι ας γνωρίζεις ότι η ζωή πολλές φορές είναι όχι μόνο άδικη αλλά και πολύ σκληρή.
    Φυσικά πέρα από όλα κρατάς ως φυλαχτό μια τέτοια συνάντηση και την έχεις πάντα μαζί σου να σου δίνει δύναμη να συνεχίζεις, γιατί έχεις πάρει ήδη το δώρο κι ας μην το απόλαυσες όπως θα επιθυμούσες, ώστε να αισθανθείς την πληρότητα της ανθρώπινης ύπαρξης.
    Η διαρκής κι αιώνια αναζήτηση του ανθρώπου να βρει αυτή την απόλυτη επαφή (σωματική, πνευματική και ψυχική) μ' έναν άλλο άνθρωπο και πόσο όταν πρόκειται για το αντίθετο φύλο.
    Από την εμπειρία μου λίγοι είναι οι πραγματικά τυχεροί (αν και δεν θα το απέδιδα στην τύχη, γιατί δεν πιστεύω σ' αυτή, αλλά στο ότι όσα μας συμβαίνουν έχουν κάποιο σκοπό, είναι για να μάθουν σ' εμάς και κατ' επέκταση στους γύρω μας κάποια πράγματα). Το θέμα σηκώνει φιλοσοφική συζήτηση και δεν νομίζω ότι μπορεί να γίνει από εδώ κάτι τέτοιο, οπότε σταματώ εδώ.
    Σ' ευχαριστώ, Κούνελε, για τις βαθιές σκέψεις που προκαλούν τα κείμενά σου και οι δικοί σου προβληματισμοί.
    Δεν έτυχε να διαβάσω το συγκεκριμένο βιβλίο.
    Καλό ξημέρωμα!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Νομίζω δε χρειάζεται να συμπληρώσω κάτι σε όσα έγραψες, Γλαύκη. Το θέμα είναι πραγματικά πολύ μεγάλο... Αλλά οι "τυχεροί" - αν υπάρχουν - είναι όντως λίγοι... Μακάρι να υπάρχουν και αυτοί.

      Πάντως το βιβλίο νομίζω λίγοι το έχουν διαβάσει στη χώρα μας ως τώρα, για τον απλό λόγο πως δεν είχε μεταφραστεί μέχρι πρόσφατα - μπορεί να κάνω λάθος για το τελευταίο, πάντως έχω την αίσθηση πως η νεότερη έκδοσή του (έτους 2015) είναι και η μοναδική έκδοση που υπάρχει στα ελληνικά.

      Τους χαιρετισμούς μου :)

      Διαγραφή