30 Νοεμβρίου 2015

Στο Λαγούμι της Λογοτεχνίας #2: Τσουκνίδες και ποτά





Βραδινή ώρα, κι ενώ το ημερολόγιο σημαίνει επίσημα χειμώνα. Και για δες, το Λαγούμι της Λογοτεχνίας ανοίγει τις πόρτες του για άλλη μια φορά. Ένας υποχθόνιος κόσμος, σκαμμένα τούνελ ξέχειλα χαρτόδετους χαρακτήρες και φλογερές ιδέες, απευθυνόμενα σε σένα, ανήσυχε, βιβλιοφάγε· σε σένα, άγνωστε συνοδοιπόρε επισκέπτη.

Να λοιπόν που βρίσκεσαι πάλι στο αχνοφώτιστο, φορτωμένο με βιβλία λημέρι. Το πλήθος των έργων που σε περιβάλλουν είναι ανεξάντλητο, μα ο χρόνος που μπορείς να αφιερώσεις στο λαγούμι λίγος. Αλίμονο – ακόμα και εδώ ο χρόνος κυλάει! Δεν μπορώ παρά να σου προσφέρω, τουλάχιστον (σαν καλός οικοδεσπότης), μια γεύση από κάποια αγαπημένα έργα και συγγραφείς. Τα υπόλοιπα είναι δουλειά δική σου. Μόνο ερεθίσματα μπορώ να σου δώσω – το εισιτήριο, όχι το ταξίδι. Μα για αυτό το λίγο έστω, θα χαρώ να σε δω να βαδίζεις στο πλευρό μου. Και αν οι δρόμοι μας χωρίσουν, να είσαι βέβαιος πως θα ανταμώσουμε πάλι – κάπου, στις σελίδες κάποιου αγαπημένου συγγραφέα.

Πάμε λοιπόν να δούμε τι καλό έχουμε σήμερα.


Το πιο στοιχειώδες αίσθημα όλων






«Σκέφτομαι, άρα υπάρχω, είναι μια διανοητική τοποθέτηση που υποτιμά τον πονόδοντο. Αισθάνομαι, άρα υπάρχω, είναι μια αλήθεια με πολύ γενικότερο βεληνεκές, που αφορά και κάθε ζωντανό πλάσμα. Το εγώ μου δε διακρίνεται ουσιωδώς από το δικό σας με τη σκέψη. Πολλοί άνθρωποι, λίγες ιδέες: σκεπτόμαστε όλοι το ίδιο πράγμα, λίγο πολύ, μεταθέτοντας, δανειζόμενοι, κλέβοντας ο ένας τις ιδέες του άλλου. Αν όμως κάποιος με πατήσει στον κάλο, είμαι εγώ μόνο που νιώθω τον πόνο. Το θεμέλιο του εγώ δεν είναι η σκέψη, αλλά ο πόνος, το πιο στοιχειώδες αίσθημα όλων. Μέσα στον πόνο ούτε μια γάτα δε μπορεί να αμφιβάλλει για το μοναδικό της και μη ανταλλάξιμο εγώ.

Ο πόνος είναι η μεγάλη του εγωκεντρισμού Σχολή.»


Μίλαν Κούντερα. Από την "Αθανασία" [Nesmrtelnost], σε μετάφραση Κ.Δασκαλάκη. Πρώτη δημοσίευση το 1990.


Ο Ουγκώ, η Αράχνη και η Τσουκνίδα






«Την αράχνη αγαπώ και την τσουκνίδα,
Επειδή όλος ο κόσμος τις μισεί,
Τους πόθους τους κανείς δεν εισακούει
Και πάντοτε γι' αυτούς τις τιμωρεί.
Καταραμένες, λεν πως είναι, τιποτένιες,
Έρποντα όντα, σκοτεινά,
Στην ίδια την παγίδα τους πιασμένες,
Αιχμάλωτες, έρμαια θλιβερά.
Κατάδικοι στο ίδιο τους το έργο,
Στης μοίρας τους μπλεγμένες τον ιστό,
Με φίδι λεν πως μοιάζει η τσουκνίδα,
κι η αράχνη με ρακένδυτο πτωχό.
Της αβύσσου η σκιά πως τις βαραίνει,
κι όλοι τις προσπερνούν μ' αποστροφή,
Πως θύματα κι οι δυο τους έχουν πέσει
Μέσα σε μαύρη νύχτα, ζοφερή...
Διαβάτες, σπλαχνιστείτε το τριβόλι,
κι αυτό το άμοιρο το ζωντανό
Για την ασχήμια και το τσίμπημά τους!
Δείξτε το έλεός σας στο κακό!
Παντού δε βρίσκεται η μελαγχολία;
κι όλοι ένα φιλί δεν προσδοκούν;
Στη φρίκη τους την άγρια φτάνει μόνο
Να πάψουν πια να τα πατούν,
Με καταφρόνια πια να πάψουν να τα βλέπουν,
Εκεί, στη σκοτεινή τους τη γωνιά,
Τόσο το ζωύφιο, όσο και το ζιζάνιο,
"Αγάπη θέλω!", λεν ψιθυριστά.»


Βίκτωρ Ουγκώ, "Les Contemplations" [1856]. Μετάφραση Γιάννη Στρίγκου.

Ήταν το κίνημα του Ρομαντισμού εκείνο που, για πρώτη φορά, έδωσε πρωταγωνιστικό ρόλο σε εκείνους που, ως τότε, ανήκαν στο περιθώριο και τα ψιλά γράμματα της τέχνης και της λογοτεχνίας... Στους απόκληρους. Τους άρρωστους. Τους άσχημους. Τους ανάπηρους. Τους αδικημένους.

Τους μετέτρεψε όχι μόνο σε πρωταγωνιστές – μα σε ανθρώπους αναβλύζοντες μιας βαθύτερης, γνήσιας ομορφιάς.

Ο Ουγκώ θα το αποδείκνυε εξάλλου με τον Κουασιμόδο της "Παναγίας των Παρισίων"... Περισσότερα για το σπουδαίο αυτό έργο είπαμε πρόσφατα εδώ:





Τολστόι, Εκκλησία και Επανάσταση


Art: Ilja Jefimowitsch Repin, 1893


«Ακόμα και στην κοιλάδα της σκιάς του θανάτου, δύο και δύο δεν κάνουν έξι.»


Έτσι είπε ο Τολστόι, ενώ διένυε τις τελευταίες του στιγμές, αρνούμενος να συμφιλιωθεί με την Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία, που τον είχε αφορίσει.

Ο συγγραφέας των "Άννα Καρένινα" και "Πόλεμος και Ειρήνη" είχε αναπτύξει μια δική του, προσωπική φιλοσοφία και στάση ζωής, πέρα από τους δογματισμούς της Εκκλησίας. Βαθιά επηρεασμένος από τον χριστιανισμό (όχι στην εκκλησιαστική, μα στην ουσιαστική του, αρχέγονη μορφή), μα και από την σκέψη της Ανατολής (βουδισμός, ινδουισμός, κομφουκιανισμός), υπήρξε επίσης υποστηρικτής των προοδευτικών και ριζοσπαστικών κοινωνικών θεωριών της εποχής του. Οραματιζόταν μια κοινωνία ισότητας και ελευθερίας, στα πρότυπα κυρίως της αναρχικής σκέψης – η επιρροή του Προυντόν και του Κροπότκιν υπήρξε καθοριστική πάνω του.

Ωστόσο διέφερε από σημαντική μερίδα των αναρχικών πάνω στο θέμα της επαναστατικής βίας. «Οι Αναρχικοί έχουν δίκιο σε όλα», έγραφε προς το τέλος της ζωής του. «Στην άρνηση της υπάρχουσας τάξης πραγμάτων και στη διαπίστωση πως, χωρίς Εξουσία, δεν θα μπορούσε να υπάρξει χειρότερη βία, απ' ότι ήδη εμφανίζεται κάτω από τις παρούσες εξουσιαστικές δομές. Μόνο τους λάθος είναι πως η Αναρχία θα μπορούσε να επέλθει βίαια με επανάσταση. Θα καθιερωθεί, αντίθετα, όταν περισσότερος και περισσότερος κόσμος δεν θα έχει πια ανάγκη από την προστασία κάποιας κυβερνητικής εξουσίας...

Μια μονάχα μόνιμη επανάσταση μπορεί να υπάρχει – μία επανάσταση ηθική: η διαρκής ανανέωση του ανθρώπου μέσα μας».

Μεταξύ άλλων, η επιρροή του Τολστόι υπήρξε καθοριστική στη σκέψη και πρακτική του Μαχάτμα Γκάντι, με τον οποίο και αλληλογραφούσαν. «Ο μεγαλύτερος απόστολος της μη-βίας της εποχής μας», είχε πει ο Γκάντι για τον Τολστόι.


Ο Ένας στους Χίλιους







«Αν ήμουν χριστιανός, ίσως ξομολογιόμουν το μαρτύριό μου. Αυτό είναι το πλεονέκτημα των θρησκειών. Μπορείς ν' ανοίγεις την ψυχή σου σ' έναν άνθρωπο, προετοιμασμένο ν' ακούσει τα πιο παράξενα πράματα, και που προσπαθεί να σε γαληνέψει με άφθονες παρηγοριές. Μα αυτό το ξαλάφρωμα είναι δυσκολόβρετο έξω από τις μεταφυσικές λατρείες. Ο συνάνθρωπός σου - ο κοινωνικός σου σύντροφος, με τη τετράγωνη, υγιή λογική - θα γελάσει με τις εκμυστηρεύσεις σου. Κι ίσως φροντίσει να προφυλάξει την κοινωνία από τις αιρετικές σου σκέψεις και τα παράξενα αισθήματα σου, κλείνοντας σε στη φυλακή, ή το φρενοκομείο.

Ίσως πάλι να υπάρχει κάποιος, σ' ολόκληρο τον κόσμο, που να μπορεί να καταλάβει την περίεργη ψυχοτροπία μου. Μα είναι δύσκολο να τον βρω. Θα έπρεπε να ‘ρθω σ' επαφή με χίλιους κοινούς ανθρώπους, για να βρω τον ένα, τον εξαιρετικό.

Το έπαθλο δεν αξίζει τον κόπο..."


Μ. Καραγάτσης, δια στόματος του χαρακτήρα του Κωστή Ρούση, από το μυθιστόρημα "Ο Κίτρινος Φάκελος". Γραμμένο το 1956, ένα από τα πλέον ιδιαίτερα μυθιστορήματα της νεοελληνικής λογοτεχνίας (σε επίπεδο αφηγηματικής τεχνικής και ύφους)...

Ήταν εξάλλου το μοναδικό, από όλα τα μυθιστορήματα του Καραγάτση, που ο ίδιος είχε πει πως "αδυνατεί να περιγράψει"...



Περί Βαρεμάρας ο λόγος...





"Τα ανθρώπινα όντα κάνουν τη ζωή τόσο ενδιαφέρουσα. Αφού να καταλάβεις, σ' ένα σύμπαν γεμάτο με τόσα θαύματα, κατόρθωσαν να εφεύρουν τη βαρεμάρα".

Terry Pratchett


"Δεν πιστεύω στη ζωή μετά το θάνατο, επομένως δεν χρειάζεται όλη μου τη ζωή να φοβάμαι την κόλαση, ή ακόμα περισσότερο, να φοβάμαι τον παράδεισο. Γιατί όποια και αν είναι τα μαρτύρια της κόλασης, νομίζω πως η βαρεμάρα του παραδείσου θα ήταν ακόμα χειρότερη".

Isaac Asimov


"Βαρεμάρα. Η επιθυμία για επιθυμίες".

Λέων Τολστόι


"Ένα θέμα για κάποιον μεγάλο ποιητή θα μπορούσε να είναι η βαρεμάρα του Θεού μετά την έβδομη μέρα της δημιουργίας".

Φρίντριχ Νίτσε


"Βαρεμάρα είναι να αισθάνεσαι πως τα πάντα είναι χάσιμο χρόνου. Γαλήνη είναι το ακριβώς αντίθετο".

Thomas Szasz


"Aυτή είναι η κατάρα της εποχής μας, ακόμα και οι πιο παράξενες παρεκκλίσεις δε θεραπεύουν τη βαρεμάρα".

Σταντάλ



"Στις ΗΠΑ πρέπει ή να παρεκκλίνεις απ' τη νόρμα, ή να πεθάνεις απ' τη βαρεμάρα".

William Burroughs


"'Ισως το δεύτερο μεγαλύτερο έγκλημα του κόσμου να είναι η βαρεμάρα. Το πρώτο είναι να είσαι βαρετός".

Ζαν Μπωντριγιάρ



"Μονάχα οι βαρετοί άνθρωποι βαριούνται".

Τσαρλς Μπουκόφσκι



Πίνοντας παρέα με τον Μπουκόφσκι





«Το να πίνεις είναι μια συναισθηματική κατάσταση. Σε ταρακουνά πέρα από τις νόρμες της καθημερινής ζωής, έξω από κάθε τι που είναι ίδιο. Σε βγάζει από το σώμα και το νου σου και σε πετά στον τοίχο.

Έχω την αίσθηση πως το να πίνεις είναι μια μορφή αυτοκτονίας, κατά την οποία όμως μπορείς να επιστρέψεις πίσω στη ζωή και να ξεκινήσεις πάλι απ' την αρχή, την επόμενη μέρα. Είναι σα να σκοτώνεις τον εαυτό σου και μετά ν' αναγεννιέσαι.

Υποθέτω έχω ζήσει γύρω στις δέκα ή δεκαπέντε χιλιάδες ζωές ως τώρα».

Τσαρλς Μπουκόφσκι


Συνεχίζεται...............


ΥΓ – Για όσους το έχασαν, το πρώτο μέρος της καθόδου στο Λαγούμι της Λογοτεχνίας εδώ:


Στο Λαγούμι της Λογοτεχνίας, μέρος 1: Κρασιά, Καράβια και Βιβλία που δαγκώνουν



Επιλογή κειμένων και σχεδιασμός banner: το φονικό κουνέλι