24 Δεκεμβρίου 2010

Χριστουγεννιάτικα

~




Heey! Τα κατάφερα λοιπόν, είχα πει πως θα έκανα άλλη μια ανάρτηση μέσα στον Δεκέμβρη, και να' τη! Γιούπι. Η τελευταία ανάρτηση για τον χρόνο λοιπόν. Ήμουν ανάμεσα στο να παρουσίαζα τις τοπ-10 σκηνές blood, gore και splatter στην ιστορία των b-movies και στο να γράψω για τα Χριστούγεννα, τελικά επικράτησε το δεύτερο.

(καλά, ίσως να μην ισχύει και τόσο αυτό για το δίλλημα)

Μέρες γιορτών λοιπόν, ας καταπιαστώ λοιπόν με μία απο τις αγαπημένες μου ασχολίες - την αμπελοφιλοσοφία - και ας αναλύσω λίγο την όλη φάση με τα Χριστούγεννα. Και σεις φίλοι αναγνώστες, που ως γνωστόν βαριέστε αφόρητα τα πολλά μπλα μπλα, μπορείτε τώρα να σταματήσετε να διαβάζετε. Σας εύχομαι καλή χρονιά και όλα τα υπόλοιπα (γιατί σιγά μη φτάσετε ως το τέλος που θα το ξαναπώ ούτως ή άλλως, ποιός αντέχει τις κουνελοσοφίες).





The Christmas Debate


Ωραία εποχή τα Χριστούγεννα και ομολογώ κάθε χρόνο τα περιμένω με ανυπομονησία και κοιτάω να τα ευχαριστηθώ όσο περισσότερο γίνεται. Όπως συμβαίνει με κάθε θεσμό όμως, η μεγάλη αυτή γιορτή ενέχει μια πλευρά πρακτική και μια άλλη περισσότερο συμβολική. Τελικά τι είναι τα Χριστούγεννα, στην ουσία τους? Πρόκειται για μια μοναδική, "μαγική" ίσως εποχή? Είναι μια παγκόσμια γιορτή αγάπης και συναδέλφωσης? Είναι μια χριστιανική πάνω απ' όλα φάση? Είναι το ακριβώς αντίθετο, μια πλήρως εκκοσμικευμένη γιορτή όπου πρωταγωνιστούν οι αγορές και το χρήμα? Είναι απλά μια περίοδος διακοπών? Είναι η αφορμή για να κάνει μια βαρετή και ανούσια ανάρτηση το φονικό κουνέλι στο blog του?

Λοιπόν, ας τα πάρουμε ένα ένα.






1 # "Τα Χριστούγεννα είναι μια μεγάλη γιορτή του χριστιανισμού. Στις 25 Δεκέμβρη γιορτάζουμε τον ερχομο του θείου βρέφους στη γη, τη γέννηση του Ιησού Χριστού. Για το περίλαμπρο αυτό γεγονός στολίζουμε με δέντρα και φωτάκια τα σπίτια μας, λέμε τα κάλαντα, ανταλλάσουμε δώρα, τρώμε, πίνουμε και περνάμε όμορφα με συγγενείς και φίλους".


Ε, χμ. Μάλιστα. Δε βρίσκετε κάποιο νοηματικό χάσμα ανάμεσα στην γέννηση του Ιησού απο τη μία και στα δέντρα και τα φαγοπότια απο την άλλη? Γιατί δέντρα? Γιατί κάλαντα? Γιατί το γκι και τα στολίδια? Τι σχέση έχουν τα λυσσασμένα και ανυπόμονα ξεσκίσματα του περιτυλίγματος των παιδικών δώρων ("γαμώτο καλύτερα να μου είχε δώσει χρήματα η θεία, απαίσια είναι αυτή η μπλούζα!") με μια ταπεινή γέννηση ενός βρέφους σε μια φάτνη? Βρείτε τη σχέση που έχει ο Ρούντολφ το Ελαφάκι με τον Ιωσήφ και την Παναγία και κερδίστε και δυο σοκολατάκια δώρο!

Στην πραγματικότητα δεν υπάρχει καμία απολύτως σχέση ανάμεσα τους. Πρόκειται απλά για μια όμορφη και βολική πλάνη που επικράτησε ιστορικώς. Όλα τα κλασικά έθιμα των Χριστουγέννων όπως τα γνωρίζουμε υπήρχαν πολύ πριν την εμφάνιση του χριστιανισμού, μόνο που τότε ονομάζονταν διαφορετικά.

Οι Βαβυλώνιοι γιόρταζαν την ετήσια επικράτηση του θεού τους Μαρντούκ έναντι των Δυνάμεων του Χάους με ένα φεστιβάλ 12 ημερών στο τέλος κάθε χρόνου και στην αρχή του χειμώνα. Σύμφωνα με τους Αιγύπτιους, ο θεός τους Όσιρις είχε γεννηθεί στις 25 Δεκέμβρη. Μετά τον θάνατο του η γυναίκα του Όσιρι, η θεά Ίσις, άφηνε δώρα κάτω απο ένα δέντρο το οποίο ξεφύτρωνε κάθε χρόνο συμβολίζοντας την αναγέννηση του. Στις 25 Δεκέμβρη γιόρταζαν στη Φρυγία τη γέννηση του δικού τους θεού-Ήλιου, Άττις, ενώ στην Περσία τον θεό αυτό τον ονόμαζαν Μίθρας.





Οι αρχαίοι Έλληνες είχαν το δικό τους "θείο βρέφος", που δεν ήταν άλλο απο τον Διόνυσο, γεννημένος και αυτός απο μια παρθένο, τη Σέμελη. Οι Ρωμαίοι είχαν το δικό τους περίλαμπρο ετήσιο φεστιβάλ, τα Σατουρνάλια, επίκεντρο του οποίου ήταν (φυσικά) άλλος ένας θεός , ο Σάτουρν/Κρόνος. Τα Σατουρνάλια ξεκινούσαν μετά τα μέσα του Δεκέμβρη και κατά τη διάρκεια τους οι Ρωμαίοι στόλιζαν τα σπίτια τους, τοποθετούσαν κεράκια στα δέντρα, αντάλλασαν δώρα και ευχές. Στη Σκανδιβαβία είχαν ξέφρενους εορτασμούς την ίδια εποχή για το Yuletide, όταν η μεγάλη σκανδιναβική νύχτα έδινε τη θέση της στις πρώτες ακτίνες του επανεμφανιζόμενου ηλίου. Οι Σκανδιναβοί έπιναν, έτρωγαν, τραγουδούσαν και διακοσμούσαν τα δέντρα τους με μήλα.

Πίσω απ' όλα βρίσκεται ένα φυσικό γεγονός και η συμβολική του σημασία. Ο ερχομός του χειμερινού ηλιοστασίου, στις 22 με 25 Δεκέμβρη, ο οποίος σηματοδοτεί την έναρξη του χειμώνα απο τη μία και την σταδιακή επανεμφάνιση του ήλιου απο την άλλη, μια που απο τότε η διάρκεια της μέρας σταδιακά μεγαλώνει μέχρι να ξεπεράσει πια τη νύχτα με τον ερχομό της άνοιξης. Η επικράτηση του Φωτός πάνω στο Σκοτάδι, του θεού-Ήλιου πάνω στις δυνάμεις της νύχτας και η αναγέννηση της Φύσης. Εξάλλου το γκι, ή τα χριστουγεννιάτικα πουρνάρια, υπήρξαν σύμβολα γονιμότητας στην κέλτικη παράδοση.

Η 25η Δεκέμβρη ως η μέρα γέννησης του Ιησού καθιερώθηκε μετά τα πρώτα 300/400 χρόνια απο την εμφάνιση του χριστιανισμού, όταν άρχισε να παίρνει και το πάνω χέρι, ενσωματώνοντας ή εξαλείφοντας τις ανταγωνιστικές παγανιστικές θρησκείες που επικρατούσαν ως τότε. Έθιμα αιώνων βέβαια ήταν δύσκολο να εξαφανιστούν, επομένως ο χριστιανισμός ενσωμάτωσε μια χαρά στην κοσμοθεωρία του τις υπάρχουσες αντιλήψεις και γιορτές.

Και έτσι καταλήξαμε στην φάτνη κάτω απο το χριστουγεννιάτικο δέντρο. Ίδια ιστορία, εντελώς διαφορετικοί πρωταγωνιστές.






2 # "Τα Χριστούγεννα είναι μια παγκόσμια γιορτή Αγάπης."


Αυτό απορρέει φυσικά απο το πρώτο σκέλος, οτι τα Χριστούγεννα θεωρούνται μια "χριστιανική" γιορτή. Και απο τη στιγμή που ο χριστιανισμός είναι η "Θρησκεία της Αγάπης", ε, τα Χριστούγεννα πρωτοστατούν υποτίθεται σ' αυτό. Και να οι έρανοι, και να οι δωρεές, και να που όλοι ανακαλύπτουν την κρυμμένη ανθρωπιά μέσα τους, και να που όλοι γίνονται φίλοι και αδέρφια..... για λίγες μέρες έστω ρε αδερφέ.

Αν και τις περισσότερες φορές και οι λίγες μέρες πολλές είναι. Λίγες ώρες θα ταν σωστότερο να πω, ίσως και λίγα λεπτά. Ξέρεις, την ώρα εκείνη που βλέπεις την ωραία εκείνη χριστουγεννιάτικη ταινία και συγκινείσαι στο τέλος και σκέφτεσαι "τι ωραία που θα ήταν να ήμασταν όλοι έτσι" και "god bless everyone" και τα λοιπά.






Όλα αυτά εμένα μου θυμίζουν τη "Μέρα Χωρίς Αυτοκίνητο" ή "Τη Μέρα που Λέμε Όχι στην Τηλεόραση", ή τη "Μέρα που Λέμε Όχι στην Συμβατικότητα και Κάνουμε Ελεύθερο Έρωτα στον Δρόμο" (το τελευταίο θα ήθελα να υπάρχει). Η Μέρα της Αγάπης. "Buh, humbug!", που θα έλεγε και ο Σκρουτζ (όχι ο Μακ Ντακ ρε, ο άλλος).

Αυτά είναι ανοησίες, όχι γιατί δεν είναι δυνατόν να υπάρξουν εδώ κι εκεί υπέροχοι άνθρωποι και αληθινά όμορφες πράξεις. Είναι ανοησίες γιατί δε μπορείς να περιορίσεις τις καλύτερες πτυχές του ανθρώπινου είδους σε μια μέρα μόνο. Είναι χαζό και είναι υποκριτικό. Ή το χεις ή δε το χεις ρε αδερφέ, γενικά, πέρα απο γιορτές και επισημότητες.

Να γιορτάζεις την αναγέννηση της φύσης και τη ζωή, αυτό μάλιστα (όπως κάνανε εκείνοι οι καταραμένοι οι ειδωλολάτρες, φτου κακό). Να γιορτάζεις τη γέννηση του βρέφους που μας.... απάλλαξε απο τις αμαρτίες (wtf?) και να πανηγυρίζεις την... Αγάπη (πως?), ε, δε ξέρω ρε παιδιά, λίγο χαζό μου φαίνεται.

(βέβαια αν δούμε τη γέννηση του βρέφους συμβολικά, όπως και θα έπρεπε, τότε μια χαρά προσαρμόζεται η συγκεκριμένη πτυχή του μύθου στους υπόλοιπους, αλλά ποιός κόσμος το βλέπει συμβολικά? Ούτε η ίδια η Εκκλησία).






3 # "Τα Χριστούγεννα δεν είναι παρά ένα καταναλωτικό όργιο, και το αληθινό τους πνεύμα έχει χαθεί."

Αα, εδώ ερχόμαστε στην ουσία. Κάποτε υπήρξαμε παγανιστές και πηδιόμασταν ελεύθερα, τώρα τα όργια τα φυλάμε για τις αγορές μας και όσο αφορά το πήδημα, ε, οκ, ας πούμε οτι κάτι κάνουμε και απ' αυτό πίσω απο τους τέσσερεις τοίχους του σπιτιού μας. Που και που. Κάποιοι απο μας. (στο κουνέλι αρέσει να χοροπηδάει, χοπ χοπ).

Το καταναλωτικό όργιο ισχύει ούτως ή άλλως για την κοινωνία που ζούμε, είναι μέρος του κοινωνικά κατασκευασμένου dna μας, σιγά μη περίμενε τα Χριστούγεννα για να αναδειχτεί. Είναι λίγο χαζό αυτό για το "αληθινό πνεύμα" των Χριστουγέννων, το οποίο τάχα το έχει καταβαραθρώσει η ξέφρενη καταναλωτική μανία. Για ποιό πνεύμα μιλάμε? Πότε υπήρξε αυτό το πνεύμα? Κατά το ιστορικό τους παρελθόν, τα Χριστούγεννα (όταν δεν είχαν ονομαστεί έτσι ακόμα) υπήρξαν μια γιορτή χαράς, ένα πανηγύρι, με δώρα, στολίδια και μουσικές. Ε, το ίδιο συμβαίνει και τώρα. Μόνο που ζούμε σε μια κοινωνία που τα δώρα κοστίζουν, μετριώνται σε χρήμα.





Αν το "αληθινό πνεύμα" έχει να κάνει με τα χριστιανικά ιδεώδη της "αγάπης και ταπεινοφροσύνης" κλπ, αφήστε το καλύτερα, δεν έχει καν νόημα να το συζητήσουμε. Αυτά περί ταπεινοφροσύνης και λιτής ζωής και τα παρόμοια έχουν ύπουλες ρίζες και μερικές φορές πετάνε επικίνδυνα παρακλάδια (οι έχοντες ας είναι ταπεινοί, οι μη έχοντες όμως δεν πρέπει να είναι, χρειάζεται να διεκδικούν, να διεκδικούν συνέχεια το καλύτερο!).

Αν πάλι μας ενοχλεί το γεγονός οτι τέτοιες μέρες υπάρχουν τόσοι και τόσοι άνθρωποι που υποφέρουν και δεν γιορτάζουν, αυτό δεν έχει να κάνει με καμιά αντίφαση προς το πνεύμα των Χριστουγέννων, αλλά με το απλό γεγονός οτι η κοινωνία στην οποία ζούμε στηρίζεται σε θεμέλια σάπια, που λίγους ευνοούν και πολλούς κατακρημνίζουν, όλο τον χρόνο, συνέχεια. Απλά για κάποιον λόγο τα Χριστούγεννα σκεφτόμαστε και αυτούς τους άμοιρους, ε, να γίνουμε μια φορά τον χρόνο και μεις φιλάνθρωποι.

Κι όμως, υπάρχει για μένα κάποιο κρυμμένο "πνεύμα", ναι. Υπάρχει κάτι βαθύτερο στον εορτασμό των Χριστουγγένων, απλά δεν έχει να κάνει με όσα ανέφερα ως τώρα. Θα επανέλθω στο τέλος!





4 # "Τα Χριστούγεννα υποδεχόμαστε όλο χαρά τους συγγενείς και φίλους και ερχόμαστε πιο κοντά"


Χμ, κάτι πάμε να αγγίξουμε τώρα. Ισχύει σε έναν βαθμό η πάνω πρόταση, δεν είναι όμως και δεν πρέπει να είναι απόλυτη. Πόσοι και πόσοι δεν είναι οι συγγενείς που καμία όρεξη δεν έχουμε να βλέπουμε, ή τα χαμόγελα που κάποιοι απο μας ψεύτικα σκορπάμε?

Τα Χριστούγεννα προσφέρονται για σύσφιξη σχέσεων ανάμεσα σε συγγενείς και φίλους (όπως όλες οι εορταστικές περίοδοι), ωστόσο αυτό ισχύει μόνο για σχέσεις που επιθυμούν να διατηρούνται. Γιατί οι υπόλοιπες απλά αναπαράγουν την στερεοτυπία της καταναγκαστικής επαφής.






5 # "Τα Χριστούγεννα είναι μια περίοδος διακοπών, γιούπι!"


Διακοπές, άρα και μια θαυμάσια, μια υπέροχη περίοδος, ανεξάρτητα του τι εορτάζεται και πως. Αλλά εδώ που τα λέμε αυτό ισχύει για ένα ποσοστό του πληθυσμού μόνο, μικρό κιόλας. Τους μαθητές κατά μεγάλο λόγο, τους φοιτητές κατά μικρότερο (άλλο να διακόπτεις το εξαντλητικό πρόγραμμα των σχολείων και των φροντιστηρίων για 2 βδομάδες και άλλο να διακόπτεις το φοιτητιλίκι) και κάποια, μικρή μάλλον, μερίδα εργαζόμενου πληθυσμού. Γιατί όλοι οι υπόλοιποι συνεχίζουν να εργάζονται καθ'όλη την περίοδο των "διακοπών" και να νοσταλγούν την ευτυχισμένη εκείνη εποχή που ήταν παιδιά και είχαν μπροστά τους δύο ολόκληρες βδομάδες παιχνιδιού και ξεκούρασης.



Ιντερλούδιο. Τα Κάλαντα.




("Τα Κάλαντα", του Νικ.Λύτρα)


Κάνω εδώ μια μικρή παύση. Ξεπρόβαλα σήμερα απο την κουνελοφωλιά μου για λίγες ώρες και έκανα κάποιες βόλτες. Μου άρεσε που έβλεπα τα παιδάκια με τα τρίγωνα στο χέρι, εδώ κι εκεί στους δρόμους. Μου έχει δοθεί κατά καιρούς η αίσθηση οτι "έχουν λιγοστέψει τα παιδιά που λένε τα κάλαντα" σε σχέση με παλιά, αλλά ίσως και να είναι η ιδέα μου απλά. Η αλήθεια είναι πως πέτυχα πολλά τέτοια στους δρόμους σήμερα.

Εγώ έλεγα τα κάλαντα τα χρόνια ανάμεσα στην Πέμπτη Δημοτικού μέχρι και την Τρίτη Γυμνασίου. Πρόκειται για πραγματικά απο τις όμορφες αναμνήσεις της παιδικής (και λίγο εφηβικής) μου ηλικίας, η όλη αίσθηση να εισχωρώ σε διάφορες πολυκατοικίες και σπίτια, να αντικρίζω τύπους και τύπους ανθρώπων, η χαρά της τελικής καταμέτρησης των χρημάτων, εκείνη η κυρία που μας είχε δώσει κάτι παλιές καραμέλες αντί για λεφτά και τις πετάξαμε (έχοντας πρώτα πείσει τους εαυτούς μας οτι μπορεί να ήταν βλαβερές), ωραίες καταστάσεις.

Η τελευταία χρονιά που πήγα ήταν και η πιο ελεεινή φυσικά. Συναντιόμαστε πρωί πρωί στον δρόμο με τον φίλο μου, μπουφάν, τριγωνάκια στο χέρι, έτοιμοι. Έλα όμως που το "χριστουγεννιάτικο μου δώρο" το είχα πάρει απο την προηγούμενη μέρα, τα λεφτά απο τα κάλαντα μου ήταν περιττά δηλαδή. Και το δώρο αυτό δεν ήταν άλλο απο το φοβερό και τρομερό (για τότε) NBA LIVE '96, για το Super Nintendo. Λέω και γω στον φίλο μου: "δεν αφήνουμε τα κάλαντα να πάμε να παίξουμε NBA Live???". Και κείνος μου λέει "μέσα!" και έτσι έγινε. Το τριγωνάκι έδωσε γρήγορα τη θέση του στο χειριστήριο της κονσόλας και το πρωινό κύλησε έτσι. Ααχ, παιδιά, μικροί διάβολοι.





Τα φετινά χριστουγεννιάτικα κάλαντα τελείωσαν, τα πρωτοχρονιάτικα είναι μπροστά μας όμως. Αν τυχαίνει και βρίσκεστε σπίτι σας λοιπόν τη μέρα εκείνη και σας χτυπήσουν ανοίξτε τους. Μη γίνετε και σεις απο κείνους τους πολλούς ξενέρωτους, το έθιμο με τα κάλαντα γαμάει και δέρνει, απλά. Ανοίξτε στα παιδάκια την πόρτα και θα τους έχετε χαρίσει (εσείς και όλοι οι άλλοι που θα τους ανοίξουν) μια όμορφη ανάμνηση, όταν πια θα έχουν μεγαλώσει...





Και επανέρχομαι στο θέμα μου.....



6 #" Τα Χριστούγεννα απλά είναι η αφορμή να κάτσει να αμπελοφιλοσοφήσει ο κούνελος στο blog του".

Πολύ εύστοχο αυτό ομολογώ, σχεδόν δε μπορώ να πάω κόντρα εδώ. Αλλά εδώ που τα λέμε, γιατί να κάτσω να ασχοληθώ τόσο πολύ με τα Χριστούγεννα και όχι με κάτι άλλο, ας πούμε, την κρίση στην παιδεία, τα ελλείματα στο Δημόσιο, τα χρέη, προτάσεις για να αποφεύγετε να πατάτε τις πεταμένες τσίχλες στον δρόμο, ή κάτι εποικοδομητικό για τους αναγνώστες βρε παιδί μου.

Η απάντηση είναι απλή. Γιατί έτσι μου αρέσει. Και δε θα μου άρεσε αν δε μου άρεσαν τα Χριστούγεννα σαν γιορτή. Και για ποιόν λόγο μου αρέσουν λοιπόν? Έτσι επανερχόμαστε στα αρχικά...







7 # Το Μαγικό Εφτά


Δεν είναι απαραίτητα περίοδος διακοπών. Η σχέση τους με τον χριστιανισμό είναι προβληματική. Τα λόγια για αγάπες συχνά υποκριτικά. Τα ψεύτικα χαμόγελα μας εκνευρίζουν. Οι ατελείωτες αγορές έχουν και τα όρια τους.

Κι όμως, τα Χριστούγεννα είναι γαμώ τις εποχές. Ναι ρε παιδιά, είναι. Αρκεί να ακούσεις (για 10000στη φορά) ένα χριστουγεννιάτικο τραγούδι, να δεις (για 500στη φορά) εκείνη την ταινία, να αγναντέψεις ένα στολισμένο δέντρο, να περπατήσεις έξω και να κόψεις κίνηση. Kαι ναι, να κάνεις και ένα δώρο παραπάνω στον εαυτό σου. Και αν έχεις συγγενείς ή φίλους που γουστάρεις, τόσο το καλύτερο, να βρεθείτε, να φάτε και να πείτε.





Γιατί σε τελική ανάλυση, αν υπάρχει κάποιος ουσιώδης συμβολισμός εδώ, είναι εκείνος που ήταν πάντα. Η φλόγα στην έναρξη του χειμώνα, το αστέρι πάνω στον σκοτεινό ουρανό, η μικρή φωτιά που τρεμοπαίζει στο χιονισμένο δάσος. Τα φωτάκια πάνω στο δέντρο όπως λάμπουν μες στη νύχτα. Ο Ήλιος που αναγεννιέται, ο θεός (ή η φύση) που ξεφυτρώνει μέσα στον χειμώνα, σα δέντρο που απλώνει τα πρώτα του κλαδιά, ο αιώνιος κύκλος που αδιάκοπα συνεχίζει την πορεία του. Γι' αυτό και ο κόσμος το γιόρταζε πάντα, δίνει και παίρνει δώρα, τρώει και πίνει και τραγουδάει. Υπάρχει μια "μαγεία", και εδώ οι θρησκείες και τα folklore συναντιώνται. Και όλα αυτά έχουν περάσει μέσα απο γενιές και γενιές, μέσα απο αιώνες και χιλιετίες, στο συλλογικό όλων μας ασυνείδητο.

Διαφωνείτε? Ε λοιπόν, ένα πράγμα θέλω να κάνετε μόνο:

Σκεφτείτε. Ένα νυχτερινό χιονισμένο τοπίο. Με δέντρα και να αποπνέει ζεστασιά. Ίσως κάποιο φως καπού εκεί χωμένο. Ένα σπίτι, μια πόλη στο βάθος, μια φωτιά, μια λάμπα του δρόμου, δεν έχει σημασία, οτιδήποτε. Και κάπου μέσα του εκεί, μέσα στο τοπίο αυτό, ακούστε με τη φαντασία σας τον ήχο απο καμπανάκια και έλκηθρα. Και απο τριγωνάκια ίσως. Απλά φέρτε αυτόν τον ήχο στο μυαλό σας, μέσα στην εικόνα αυτή. Και μη σκεφτείτε τίποτα άλλο.

Εκείνο που σου προκαλεί ο ήχος και η εικόνα είναι αυτό ακριβώς που εννοώ, όταν μιλάω για συλλογικά ασυνείδητα.



Επίλογος


Αυτά λοιπόν. Ήθελα να κάνω άλλη μια χριστουγεννιάτικη ανάρτηση, την έκανα. Είχα στόχο να έγραφα κι άλλα.... ήθελα να προτείνω μουσικές και ταινίες για τα Χριστούγεννα, αλλά.... βγαίνουν πααααρα πολλά. Του χρόνου λοιπόν! :P

Καλές γιορτές σε όλους/ες και τα λέμε απο τον νέο χρόνο!






~

5 Δεκεμβρίου 2010

Σκόρπιες Σκέψεις ενός Χριστουγεννιάτικου Κούνελου

~




...Σαν τα χιόνια!! Το κουνέλι αποφάσισε να γράψει ξανά στο blog του! Ναι λοιπόν. Παρά τις αντιξοότητες, παρά την ατελείωτη έλειψη χρόνου, μέσα απο εμπόδια, μέσα στον χιονιά (τον ποιόν?), το ηρωικό κουνέλι βαδίζει ακάθεκτο, προχωράει μπροστά, σταθερό στον προορισμό του (μη ρωτάτε ποιός είναι, απλά διαβάζετε).

Δύσκολοι καιροί για blogs αυτοί. Ξέθαψε βλέπετε πριν λίγες εβδομάδες το κουνέλι ένα γράμμα απο το ταχυδρομικό κουτί του, το μόνο κομμάτι απο το υποχθόνιο, υπόγειο σπίτι του (μαζί με την καμινάδα) που προεξέχουν απο το έδαφος. Το γράμμα ζητούσε σκιτσογράφους για να κάνουν πορτραίτα παιδιών δημοτικού, πολλά και γρήγορα κάθε μέρα, για ένα project που θα κρατήσει κάποιους μήνες... Ε, ανέλαβα λοιπόν τη δουλειά, και ο διαθέσιμος χρόνος λιγόστεψε ως δια μαγείας, σα να έσπασε κάποιος την κλεψύδρα που ως τότε κυλούσε αργά και νωχελικά και μεμιάς η άμμος ξεπετάχτηκε όλη απέξω.

Βάλτε σε αυτό και ουκ ολίγα προβλήματα με τη σύνδεση μου στο ίντερνετ τον καιρό αυτό και παίρνετε μια γεύση (απαραίτητο το ίντερνετ για μας τα ζώα, χωρίς αυτό η στρουθοκάμηλος αναγκαζόταν ως τώρα να χώνει το κεφάλι της βαθειά μέσα στη γη για να έρθει σε επαφή μαζί μου - όχι πια!) (παρεμπιπτόντως, τους στρουμφοκάμηλους τους ξέρετε? μπάσταρδα που προέρχονται απο μια σατανική ένωση για την οποία δε μας μίλησαν όταν ήμασταν παιδιά... Τι να γίνει, η καημένη η Στρουμφίτα δεν αρκούσε για όλα τα στρουμφ και έπρεπε κι αυτά κάπως να ικανοποιήσουν τις φυσικές τους ανάγκες σ' εκείνο το ταξίδι τους στην έρημο, το οποίο και ποτέ δεν προβλήθηκε στην τιβί).






White Christmas (keep dreamin')


Πάει καιρός απο την τελευταία φορά και νιώθω πως το έχασα. Δε το χω ρε παιδί μου, δε μου βγαίνει. Ας γίνω λίγο βαρετός και ας μιλήσω για τον καιρό λοιπόν. Τι πιο όμορφο φίλε αναγνώστη να χαραμίζεις τον χρόνο σου διαβάζοντας σ' ένα blog τις απόψεις κάποιου για τον καιρό. Αλλά εδώ που τα λέμε, απο το να μασουλάς κρακεράκια μπροστά στην τιβί καλύτερα είναι. Εκτός αν τον καιρό μας τον επεξηγούν τίποτα γυμνές κορασίδες.





Ο καιρός εδώ και καιρό (σας το πα, το έχω χάσει) είναι σκατά. Όχι, δεν βρέχει. Δεν έχει ιδιαίτερο κρύο. Δεν έχει παγωνιά ή κάτι τέτοιο. Δεν έχει τίποτα απ' όλα αυτά. Γι' αυτό είναι σκατά ο καιρός! Μπήκε ο Δεκέμβρης και το μόνο πράγμα που υπάρχει για να μας θυμίζει οτι μπήκε επισήμως ο χειμώνας είναι το γαμημένο το ημερολόγιο.

Πάντα απορούσα με τα μετεωρολογικά δελτία στις ειδήσεις που παρουσίαζαν τον χειμωνιάτικο καιρό ως "κακό καιρό". Δεν είναι "κακό" να έχει κρύο πανάθεμα σας, ξεκολλήστε απο τα ηλίθια τηλεοπτικά σας στερεότυπα! Είναι φυσιολογικό! Το καλοκαίρι οι ζέστες, το φθινόπωρο τα φύλλα πέφτουν και βρέχει, το χειμώνα κάνει κρύο και χιονίζει (λέμε τώρα).





Αισθάνομαι προδομένος. Αυτό που ζούμε δεν είναι χειμώνας, δεν είναι το φυσιολογικό πέρασμα των εποχών. Δεν ξέρω ποιόν να κατηγορήσω. Τους ανθρώπους και την περιβαλλοντική καταστροφή που προκαλούν? Τα δελτία ειδήσεων? Το κλίμα της χώρας? Τα βιβλία που διαβάζαμε όταν ήμασταν παιδιά, που μας μιλούσαν γι' αυτό το περίφημο "πέρασμα των εποχών" και τις όμορφες εκείνες ζωγραφιές τους, με τα παιδάκια που φτιάχναν χιονάνθρωπους στο χιόνι? Άλλος ένας μύθος, όμοιος με τον Άη (όχι τον Βασίλη, μη τρομάζετε - ξέρω οτι μας διαβάζουν πολλά παιδάκια... βασικά έχω την αίσθηση οτι η πλειοψηφία των αναγνωστών αυτού του blog είναι παιδιά, δε θα μπορούσε να ναι και αλλιώς). Καλοκαίρι-φθινόπωρο-χειμώνας-άνοιξη. Και έχουμε φτάσει να προσδοκούμε να έρθει... ο Μάρτης μπας και δούμε κανά χιόνι! Δε λέω να πάμε στα άκρα, όπως σε κάποιες άλλες ευρωπαικές χώρες που έχουν ακραία καιρικά φαινόμενα και δεκάδες βαθμούς κάτω απο το μηδέν.... αλλά μια ωραία μέση κατάσταση δεν υπάρχει?


Free Orkut and My Space Funny Christmas Graphics Glitters


Το χειρότερο με τον καιρό αυτό δεν είναι η έλλειψη ουσιαστικού κρύου, όσο το οτι είναι αρρωστιάρικος! Αρρωστημένος, πιο σωστά. Έχει πρόβλημα ο καιρός, κολλάει και τους ανθρώπους, αρρωσταίνουν κι αυτοί (τι με νοιάζει εμένα είμαι κουνέλι θα μου πείτε. Όπως και να χει, κουνέλι με μύξες να στάζουν και να κρέμονται χάνει κάπως τη χαριτωμενιά του).

Γι' αυτό και γω, τώρα που έρχονται οι γιορτές, και μια που περνάω ατελείωτες ώρες στο λαγούμι μου σκληρά εργαζόμενος, για να μπω στο κλίμα (το έχω πει οτι αγαπώ τα Χριστούγεννα), φροντίζω να να βάζω χριστουγγενιάτικα τραγούδια να παίζουν και να κλείνω καλά όλες τις κουρτίνες του σπιτιού. Για να μη βλέπω πόσο χάλια (με άλλα λόγια, πόσο μη-χειμωνιάτικος) είναι έξω ο καιρός και ξενερώνω.

Αν και κάτι άκουσα, τη στιγμή που γράφω τις γραμμές αυτές, για "επιδείνωση και ραγδαία πτώση της θερμοκρασίας". Και τώρα που μιλάμε σα να έχει επιδεινωθεί κάπως. Χεστήκαμε, αν δε δω πραγματικά χειμωνιάτικο καιρό, όλα αυτά εμένα δε μου λένε τίποτα.

Ορίστε, έγραψα και ολόκληρο κείμενο για τον καιρό. Πόσο πίσω πια μπορεί να πάει αυτό το blog. Και συ, φίλε αναγνώστη, πόσο πια γίνεται να σκοτώσεις την ώρα σου διαβάζοντας το?


Πρόσθετο επόμενης μέρας: Και τελικά χιόνισε. Σα να λέει το blog, "είσαι ετεροχρονισμένος φίλε!". Ε, οκ. Ένας κούκος δε φέρνει την άνοιξη και μια νιφάδα δε φέρνει τον χειμώνα! Ας συνεχίσει έτσι όμως..... καλά πάμε!


Ελληνικές Συνήθειες


Τις προάλλες, ένα Σάββατο πρωί, είχα κάνει μια ωραία βόλτα ως την παλιά μου σχολή, το Πάντειο, για καφέ. Η σχολή όλη ήταν άδεια, σαν παρατημένη απο τον κόσμο, επικρατούσε μια χαλαρωτική ηρεμία όμως και χαιρόσουν να κάνεις βόλτες στον πεζόδρομο και τον (πάντα όμορφο) κήπο της.






Μου τράβηξαν την προσοχή οι πάγκοι που αράζουν οι παρατάξεις. Τα παρατημένα εδώ κι εκεί σκουπίδια μαρτυρούσαν την κίνηση που επικρατεί εκεί τις καθημερινές. Και εντάξει, σ' έναν πάγκο όπως στης ΔΑΠ, δε μου έκανε εντύπωση, ακόμα και στην απουσία των μελών της η ΔΑΠ ξεχωρίζει στη βρωμιά . Και στων αριστερων παρατάξεων τους πάγκους παρατημένα σκουπίδια όμως?

Και σα να μην έφταναν αυτά παρατηρώ στις υποτιθέμενες προοδευτικές παρατάξεις (και κόμματα, ξεφεύγω τώρα απο τον φοιτητικό χώρ0) να επικρατεί η ίδια αισθητική αντίληψη της ατελείωτης αφίσας και του φέιγ βολάν. Της σαβούρας με λίγα λόγια. Θα πει κανείς, χρειάζονται οι αφίσες και τα χαρτιά, πως να μεταδώσεις τις θέσεις σου στον κόσμο, πως θα προβληθείς στη μεγάλη πόλη. Και αν θες να πεις κάτι, ποιός είναι ο καλύτερος τρόπος αν όχι με ένα σύνθημα στον τοίχο, σωστά?






(Αηδία)


Λοιπόν, ακούστε να δείτε. Οι δρόμοι είναι σύμμαχοι μας και αγαπούμε τα συνθήματα, πόσο μάλλον τα έξυπνα. Ωστόσο προοδευτικά μυαλά απο τη μία και βρωμιά απο την άλλη δεν πάνε μαζί. Η επανάσταση είναι και θέμα αισθητικής. Ο Ελληνάρας έχει την σκουπιδίλα στο αίμα του φαίνεται, και αν δεν πιστεύετε σε αίματα και γονίδια, κάντε τη διαφορά γαμώ την τρέλα μου!


Street Art









Η αποφυγή της ρύπανσης είναι ένα μόνο. Δεν αρκεί. Θες να μοιραστείς με τους άλλους τις απόψεις σου φίλε? Να αλλάξεις τον κόσμο? Χρειάζεται να γίνεις περισσότερο δημιουργικός, να ξεχωρίσεις. Το να ρυπαίνεις και να καταστρέφεις τα πάντα είναι ένα. Το να φτιάχνεις κάτι καινούργιο είναι άλλο, και πίστεψε με, δυσκολότερο.









Παραθέτω λίγες μόνο χαρακτηριστικές φωτογραφίες street art, κάποιες εκ των οποίων είναι απο την Αθήνα, ενώ δε θα μπορούσα να μην αναφερθώ έστω και συνοπτικά στον τεράστιο αυτόν καλλιτέχνη που ακούει στο όνομα Banksy και του οποίου οι δημιουργίες έχουν εμπλουτίσει εδώ και χρόνια το αστικό πρόσωπο της Αγγλίας... Αν δεν έχει τύχει ως τώρα να τον ψάξετε, κάντε τη χάρη στον εαυτό σας και πληκτρολογήστε το όνομα του στο google ή κάπου.









(Bansky)



Μια εικόνα είναι χίλιες λέξεις, και η τέχνη του δρόμου κατορθώνει αυτό που χιλιάδες αφίσες και χαρτούρες δεν θα πετύχουν ποτέ...







Put on a Smily Face



Ακούμε συχνά και γνωρίζουμε το οτι ο χαμογελαστός άνθρωπος είναι περισσότερο ελκυστικός στους άλλους. Αν αποπνέεις δύναμη και χαρά, το εκδηλώνεις και με την συμπεριφορά σου στους γύρω σου και τραβάς τον κόσμο σαν μαγνήτης. Και αν πια δεν έχεις κέφια, ε, προσπάθησε λίγο, δώστου να ανέβει αυτή η μεσαία γραμμή του στόματος λίγο προς τα πάνω, χαμογέλα και η ζωή θα σου χαμογελάσει.

Ε λοιπόν.... όλα αυτά είναι μαλακίες. Δε λέω οτι είναι λανθασμένα, οτι δεν ισχύουν. Αντίθετα, ισχύουν και με το παραπάνω.

Λέω απλά οτι τα θεωρώ μα-λα-κι-ες. Τον άνθρωπο που είναι στις μαύρες του τον ρωτήσατε ποτέ αν έχει την παραμικρή διάθεση και δύναμη να το παίξει χαρούμενος? Και γιατί θα πρέπει να υποκρίνεται? Για να γίνει αρεστός στους άλλους?







Ο περισσότερος κόσμος αυτό κάνει βέβαια. Ωστόσο πάντα εκτιμούσα τους ειλικρινείς ανθρώπους. Και η ειλικρίνεια απέναντι στον εαυτό είναι η καλύτερη ειλικρίνεια. Δε λέω να πας να μιζεριάζεσαι αριστερά και δεξιά, ούτε να ξεσπάς πάνω στον κόσμο χωρίς λόγο (κάτι που δυστυχώς δεν το ελέγχω μερικές φορές). Αλλά αν δεν έχεις κέφια, αν αισθάνεσαι σκατά, να το δηλώνεις σε κείνους τουλάχιστον με τους οποίους πάνω απ' όλα θες να έχεις μια επαφή που θα έχει ως βάση της την ειλικρίνεια. Δεν υπάρχουν μονοδιάστατοι άνθρωποι, άλλο το αν θα μας βόλευε πολύ να υπήρχαν, επομένως και συ έχεις πολλές όψεις του εαυτού σου. Όσο καλύτερα γνωρίζει ο άλλος το γεγονός αυτό, τόσο το καλύτερο. Έχεις την καλή σου πλευρά. Έχεις και την όχι καλή σου πλευρά. Και οι δύο συνθέτουν αυτό που είσαι. Απλό είναι.

Όσο αφορά τα constant smily faces, ας μείνουν στα μπλουζάκια και στο msn.






(λέμε ένα ενθουσιώδες ΝΑΙ στο Watchmen)



Η πιο ηλίθια συμβουλή


Οι μεγαλύτεροι απο μας σε ηλικία άνθρωποι έχουν περισσότερες εμπειρίες και συχνά αυτό ισοδυναμεί με μεγαλύτερη γνώση πάνω στη ζωή και τους ανθρώπους.

Μερικές φορές. Γιατί άλλες, απλά μεταμφιέζουν τη κουταμάρα τους σε "ηθικά διδάγματα" και βαπτίζουν το στραβογέννημα τους "γνώση ζωής". Και δεν έχει νόημα να τους πεις οτι "ξέρετε, με όλο τον σεβασμό, λέτε μαλακίες". Αφενώς θα διαφωνήσουν, αφετέρου θα σε κοιτάξουν με κείνο το ύφος που λέει "είσαι μικρός τώρα αλλά κάποτε θα καταλάβεις". (καλά, αν τους πεις στα ίσια οτι λένε "μαλακίες" μπορεί η αντίδραση τους να είναι λίγο χειρότερη, αλλά εντάξει τώρα, μη κολλάμε σε λεπτομέρειες).





Μια φορά κι έναν καιρό είχα ακούσει μια τέτοια μαλακία απο έναν παλιό μου εργοδότη, σε μια παλιά χαζή δουλειά που έκανα για λίγο καιρό μόνο. "Βλέπεις τον τάδε?", με ρώτησε. "Είναι νέος, στην ηλικία σου, είναι οδηγός λεωφορείου και βγάζει ένα κάρο χρήματα απ' αυτό. Ενώ εσείς που πάτε και τρέχετε να πάρετε πτυχία και κάνετε σπουδές και σας ενδιαφέρουν οι επιστήμες και οι τέχνες... βλέπετε που καταλήγουν όλα αυτά".

Ήταν συμπαθής άνθρωπος, για το λίγο που τον γνώρισα, δε μπορώ να πω. Και αυτά μου τα έλεγε με έξω καρδιά διάθεση, με ειλικρίνεια και χωρίς καμία διάθεση να μειώσει τις επιλογές μου. Ωστόσο δεν έπαυε να μιλάει σαν μεγαλύτερος προς νεότερο, με αυτό το συμβουλευτικό στυλ που τόσο αρέσει στους μεγάλους. Και η ουσία εκείνου που μου έλεγε ήταν: κάνε κάτι για να βγάζεις λεφτά απ' αυτό, και άσε τα πολλά πολλά, που ούτως ή άλλως σε αδιέξοδο οδηγούν.

Εγώ τότε έγνεψα, ξέροντας πως δεν έχει νόημα να αντιμιλήσω. Αν ωστόσο έπρεπε να πω κάτι, σε αυτόν και σε όλους όσους σκέφτονται όπως αυτός (ξέρω, είστε πολλοί), ας πω αυτό μόνο: Ακόμα και αν κάτι καταλήγει σε αδιέξοδο στο τέλος, τουλάχιστον βαδίζεις σ' έναν δρόμο για να φτάσεις εκεί. Σ' έναν δικό σου (έστω και σε έναν βαθμό) δρόμο. Ενώ στην άλλη περίπτωση, δεν υπάρχει δρόμος, δεν υπάρχει κατεύθυνση, έχεις μπει στο τελευταίο απλά βαγόνι του τρένου και αφήνεις να σε πάει αυτό όπου το κινούν οι πέντε άνεμοι....






(μερικές φορές τα αδιέξοδα κρύβουν εκπλήξεις)



Ape Comics





Θα θελα εδώ να κάνω μια αναφορά στο blog του φίλου και αναγνώστη curious ape, το οποίο πραγματικά αξίζει να το τσεκάρετε απο καιρό σε καιρό οι φίλοι της ένατης τέχνης... Πρόκειται για ένα απο τα ωραιότερα blogs του είδους που έχω δει, και στην φτωχή και καημένη (όσο αφορά τα κόμικς) Ελλαδίτσα μας πραγματικά χρειαζόμαστε τέτοια site. Πλούσιες παρουσιάσεις πολλών και διάφορων δημιουργών και σειρών κόμικς, λιγότερο και περισσότερο γνωστών, δοσμένες όλες με εξαιρετικό τρόπο, άφθονες εικόνες και πάντα καλογραμμένα κείμενα. Έχω μάθει ουκ ολίγα κομιξάκια που αγνοούσα την ύπαρξη τους απο το blog αυτό.

Η διεύθυνση είναι αυτή εδώ. Αν είστε φίλοι του χώρου να την επισκέπτεστε λοιπόν, αλλιώς είθε να σας μαγκώσει το ραδιοκασετόφωνο την ταινία και να σας χαλάσει την κασέτα!

Φίλε πίθηκε, μου στέλνεις την αμοιβή για τη διαφήμιση με mail.


Λαγοπόδαρο Art


Και μια που το γύρισα στα καλλιτεχνικά, εδώ και κάποιο καιρό έχω βάλει λινκ στο blog για τη πρόσφατη γωνια που απέκτησα στο deviantart... Εκεί θα ανεβάζω κατά καιρούς αυτά που φτιάχνω, ή έχω ήδη φτιάξει, σκίτσα, γελοιογραφίες, γραφιστικά, σχέδια, κόμικς και διάφορα άλλα... Μπορείτε να ρίχνετε μια ματιά λοιπόν και όποια γνώμη είναι ευπρόσδεκτη! (απλά οι κακές γνώμες θα διαγράφονται).





A, και κάτι ακόμα. Τον κύριο στην εικόνα πάνω τον θυμάστε οι λίγο παλιότεροι (και τακτικοί) αναγνώστες του blog? Χεχεχε, σύντομα κοντά σας λοιπόν, μείνετε συντονισμένοι στο blog!!!


Περί Φιλίας


Όλοι έχουμε συζητήσει για τη φιλία κα έχουμε σκεφτεί διάφορα πάνω στο θέμα κατά καιρούς, μια που αφορά ένα κεντρικό κομμάτι της ζωής μας και αυτού που είμαστε οι ίδιοι... Δε θα μακρυγορήσω (υπερβολικά), δε χρειάζεται να επαναλάβω τα κλασικά που όλοι γνωρίζουμε, πόσο "πολύτιμοι" είναι οι φίλοι δηλαδή, πως καλύτερα "λίγοι φίλοι και καλοί παρά πολλοί" και όλα αυτά τα κλασικά.

Θα μοιραστώ ωστόσο καναδυο απόψεις που σχημάτισα με τα χρόνια, μέσα απο τα βιώματα, που όσο και αν λίγο πολύ "συμφωνούμε" μαζί τους, αν δεν τις βιώσουμε οι ίδιοι κανονικά δε θα τις κατανοήσουμε. Ναι, ακολουθεί χαζογνωμάτευση γεροντίστικου τύπου.




(μη τους κοιτάτε που τσακώνονται, φίλοι είναι)



Πρώτον. Τίποτα δεν είναι σταθερό. Τα πάντα ρει. Ακόμα και η σταθερότερη σχέση ανάμεσα σε δυο ανθρώπους μπορεί να χαλάσει κάποια στιγμή, ακόμα και η καλύτερη, η πιο τέλεια φιλία μπορεί να κοπεί. Μπορεί να την χαλάσει ο φίλος, μπορεί να την χαλάσεις εσύ, μπορεί και οι δυο σας. Λέω μπορεί. Δεν είναι απαραίτητο να αλλάξει κάτι, και ευτυχώς, υπάρχουν όντως εκείνες οι φιλίες που μένουν αλώβητες απο τον χρόνο και ανεπηρέαστες απο φουρτούνες. Ωστόσο, ακόμα και έτσι, είναι καλό να έχεις κάπου στην άκρη του μυαλού σου πως κάποια στιγμή είναι πιθανό να ξεκόψεις με εκείνον τον φίλο ή την φίλη που πραγματικά θεωρείς αδιανόητη τη σκέψη να έκοβες επαφές μαζί του. Μπορεί κάτι να γίνει και να γκρεμίσει τη φιλία σας.

Αυτός δεν είναι λόγος να μην εμπιστεύεσαι πλήρως τους φίλους/ες σου και να μη μοιράζεσαι ό,τι επιθυμείς μαζί τους... Το τώρα είναι τώρα και το αύριο είναι αύριο. Και η επιθυμία για μοίρασμα και άνοιγμα καθολική για όλους μας. Αντίθετα, η "γνώση" οτι ίσως κάποτε με αυτόν τον φίλο ή την φίλη να έχετε ξεκόψει μπορεί να δράσει θετικά. Σας κάνει και τους δύο λίγο πιο προσγειωμένους, ίσως λίγο πιο ανθρώπινους. Η γνώση οτι τίποτα δεν κρατάει για πάντα μερικές φορές είναι η βασική προυπόθεση για να το κάνεις να κρατήσει...

Δεύτερον. Λίγοι φίλοι και καλοί, δεν αντιλέγω. Προφανώς και πάντα θα ναι λιγοστά τα άτομα εκείνα με τα οποία θα έχεις πιο ουσιαστική επαφή, εδώ που τα λέμε δε γίνεται και αλλιώς.

Ωστόσο.... Αν μπορείς να έχεις και δυο-τρεις φίλους παραπάνω ρε αδερφέ, γιατί όχι. Καλό είναι. Το δεύτερο αυτό σημείο ουσιαστικά πηγάζει ως απόρροια του πρώτου... Κάποιες φιλίες χάνονται, ακόμα και η πιο στενή φιλία σου μπορεί κάποια στιγμή να πάψει να υφίσταται. ΑΝ λοιπόν γίνει ποτέ κάτι τέτοιο, ε, καλύτερο δεν θα είναι να έχεις μερικούς φίλους παραπάνω, απο το να βασίζεσαι αποκλειστικά και μόνο σε αυτούς τους λίγους? Αν έχεις έναν στενό φίλο όλο κι όλο και εκείνος σου την κάνει, κρίμα δεν είναι να ξεμείνεις μετά? Ενώ αν υπάρχουν και καναδυο φιλαράκια επιπλέον, θα χεις να λες, έφυγε ένας, έχω αυτούς όμως... και μπορώ στο μέλλον να κάνω κι άλλους. Απλό είναι.

Η περίφημη ατάκα "ουδείς αναντικατάστατος" έχει μέσα της μια δόση αλήθειας και μια δόση ψεύδους. Κάποια άτομα είναι όντως ανακτικατάστατα, κι αυτό γιατί απλά δε γίνεται τα βιώματα μας μαζί τους να τα επαναλάβουμε με άλλους, γιατί υπήρξαν οι συγκεκριμένοι μοναδικοί χαρακτήρες και άλλοι δεν υπάρχουν σαν αυτούς. Ωστόσο συναισθήματα σαν εκείνα που βιώσαμε με τα άτομα αυτά είναι δυνατό να τα βιώσουμε εκ νέου, με άλλα άτομα, αρκεί να βρούμε τα κατάλληλα. Δεν είναι πάντα εύκολο αυτό (πόσο μάλλον αν μιλάμε για επαφές χρόνων), αλλά γίνεται. Τα πάντα αλλάζουν και τα πάντα μένουν όπως ήταν πάντα. Και φυσικά όλα αυτά που λέω ισχύουν για τις σχέσεις ανάμεσα στους ανθρώπους γενικά, όχι μόνο για τις φιλίες...




Αυτά τα ολίγα για σήμερα λοιπόν ("σήμερα", τέλος πάντων, μιλάμε για μια ανάρτηση που έγινε σε δόσεις εντός 4-5 ημερών)! Θα τα ξαναπούμε εντός του μήνα λογικά, κουνελοχαιρετισμούς!





~

3 Νοεμβρίου 2010

Τότε και Τώρα





Ξημέρωμα


Πέρα απο την μικρή πλατεία του χωριού αντηχεί ο ρυθμικός ήχος της καμπάνας της Εκκλησίας. Ήταν νωρίς ακόμα για να φέξει. Ο Κωστής είχε ανήσυχο ύπνο, πνιγμένο σε όνειρα που δε θυμάται πια, όνειρα για μια πολιτεία μακρινή. Το πατζούρι τρίζει γκρινιάρικα στον ρυθμό του φθινοπωρινού αέρα. Ο Κωστής δε θέλει να πάει στο σχολείο, θέλει να συνεχίσει να κοιμάται, να συνεχίσει να ονειρεύεται. Ξέρει όμως πως αν δε σηκωθεί, αργά ή γρήγορα θα τον τραβάει η μάνα του με το ζόρι απ'την κουβέρτα και δε θα έχει ψωμί για πρωινό, μια που θα το έχουν φάει όλο τα τέσσερα αδέρφια του. Με βαριά καρδιά σηκώνεται. Ελπίζει να μην αναθέσει σ' αυτόν πάλι η μάνα του να φέρει νερό απ' το πηγάδι. Τα χέρια του είναι ακόμα πρησμένα απο τις χθεσινές δουλειές στο χωράφι και η πλάτη του πονάει. Πέρα μακριά, δυο τρεις κόκορες ανταγωνίζονται ο ένας τον άλλο στις φωνητικές τους ικανότητες.





Το ξυπνητήρι αρχίζει να δονείται με εκείνον τον εκνευριστικό του θόρυβο, κόβωντας στα δύο ένα παράξενο όνειρο. Ο Αλέξης προσπαθεί να αγκιστρωθεί απο την τελευταία εικόνα του ονείρου, μια εικόνα οικεία, εκείνη όμως χάνεται μακριά. Άλλη μια Δευτέρα, σκέφτεται, πόσο θα θελε να μην ερχόταν ποτέ! Απο την κουζίνα ακούγεται ο ήχος της βρύσης που τρέχει, η μαμά μάλλον ξύπνησε ήδη. Ο Αλέξης ρίχνει μια γρήγορη ματιά στο διπλανό κρεββάτι, στην αδερφή του, που κοιμάται μακάρια. Μικρή ακόμα, δε πάει σχολείο, η τυχερή! Τη μία μέρα να παίζεις εκείνο το φοβερό παιχνίδι με τον ξάδερφο σου στο Xbox και την άλλη να γράφεις διαγώνισμα! Με βαριά καρδιά σηκώνεται. Ελπίζει να έχουν μείνει τίποτα chocos για πρωινό. Η μαμά έχει ανοίξει την τηλεόραση και απο μέσα ακούει την γνώριμη φωνή του παρουσιαστή εκείνης της πρωινής εκμπομπής.





Πλιτς, Πλιτς


H σταγόνα έπεφτε πάνω στο θρανίο απο το ταβάνι, πλιτς, πλιτς, ενώ ο καθηγητής των ελληνικών μετέφραζε ένα αρχαίο κείμενο, με κείνη την αργή, μονότονη φωνή του. Πλιτς πλιτς. Ο Γιάννης προσπαθούσε να προσέχει στο βιβλίο, αλλά εκείνες οι σταγόνες γίνονταν εκνευριστικές. Στο στόμα του ήταν ακόμα πικρή η γεύση απο το μουρουνόλαδο που τους έδωσαν να πιούν πριν το μάθημα. Ήταν κάτι που το έκαναν συχνά. Έλεγαν πως ήταν για το καλό τους, για να γίνουν παλικάρια, ο ίδιος ωστόσο δε μπορούσε να καταλάβει πως ένα τόσο εμετικό πράγμα μπορούσε να είναι για το καλό του. Πλιτς πλιτς. Ο Γιάννης θυμήθηκε εκείνο το λαχταριστό ψητό που είχαν φάει στις περσινές γιορτές των Χριστουγέννων, τις μακαρόνες και την αχνιστή τη σούπα, σε λίγο καιρό φτάνουν πάλι, δεν έβλεπε την ώρα



(πηγή φωτογραφίας: lavathis.wordpress.com)


Πλιτς, πλιτς. Οι σταγόνες έπεφταν πάνω του σχεδόν, βρέχοντας τον. Αποφάσισε να μετακινήσει λίγο πέρα το θρανίο, ίσα να μη βρέχεται πια. Ο θόρυβος του θρανίου έσπασε τη νυσταλέα απαγγελία του καθηγητή. Ο καθηγητής τον κοίταξε με μάτια που πέταγαν σπίθες. Ο Γιάννης κοκάλωσε στη θέση του. Ένας συμμαθητής του απο το απέναντι θρανίο έπνιξε ένα χαμόγελο. Ο καθητητής σηκώθηκε απο το έδρανο, και, ψηλός σα λεύκα, κατευθύνθηκε με μεγάλες δρασκελιές προς το θρανίο του Γιάννη. Στο χέρι του κρατούσε τον Χάρακα. Ο Γιάννης ψέλισε "συγγνώμη κύριε", μα ήταν αργά. "Άπλωσε το μπράτσο σου Γιάννη", πρόσταξε ο καθηγητής. Ο Γιάννης το άπλωσε υπάκουα. Ο Χάρακας έπεσε με δύναμη στο λεπτό παιδικό του μπράτσο, μια, δυο, τρεις φορές, καλά υπολογισμένες ώστε να βρίσκουν στο κέντρο του στόχου. Ο Γιάννης έπνιξε ένα βογκητό.







Mέσα στο τετράδιο των μαθηματικών του, ο Πέτρος ζωγράφιζε. Όχι δίπλα στις ασκήσεις φυσικά, στην πίσω σελίδα του τετραδίου, εκείνη που δε θα βλεπε ο καθηγητής. Πίστευε οτι είχε λύσει την άσκηση και τώρα απλά περίμενε να χτυπήσει το κουδούνι για διάλλειμα. Ευτυχώς είχαν πέσει θέματα που ήξερε. Κοίταξε γύρω του και είδε τους υπόλοιπους συμμαθητές του, σκυμμένους στα θρανία τους, να σκέφτονται, να γράφουν, να υπολογίζουν. Ο καθηγητής, μειλίχιος στην έδρα του, τους παρατηρούσε κι αυτός. Προ ολίγου είχε βγάλει τιμωρία έξω τον Νικήτα, επειδή έπαιζε με το κινητό του. Ο Νικήτας πήγε να διαμαρτυρηθεί, ο καθηγητής όμως του είπε πως αν δεν βγει θα ενημερώσει τον διευθυντή και τους γονείς του. Ο Πέτρος παρατήρησε τον Νικήτα που βγήκε με χαμηλωμένο το κεφάλι. Γύρισε στις ζωγραφίες του, ήρωες απο κινούμενα σχέδια και υπερφυσικά ρομπότ. Στο διάλλειμα θα αγόραζε μια τυρόπιτα απο την καντίνα. Θα έβγαινε πρώτος έξω, για να μην περιμένει στην ουρά.


(πηγή φωτογραφίας: http://6okynosarges.blogspot.com/2010/04/blog-post_13.html)


Σαν Παλιό Σινεμά


Η Μάρθα χύμηξε σαν μικρό αγρίμι πάνω στη μάντρα, και σα σκίουρος τη σκαρφάλωσε, αφήνοντας με ανοιχτό το στόμα τα αγόρια της παρέας, που είχαν ήδη φτάσει αγκομαχώντας στην κορφή. Ο Κωστής είχε γδάρει άσχημα το γόνατο του σε κείνα τα κλαδιά, ο Γιάννης παραλίγο να πέσει. Η Μάρθα τίναζε τη σκόνη απο το φουστάνι της. Δεν ήταν η πρώτη φορά που τους εντυπωσίαζε με τις ικανότητες της, για κορίτσι πάντα. Τις προάλλες που χοροπηδούσαν πάνω απο τις φωτιές στο πανηγύρι, η Μάρθα τίναζε το κοριτσίστικο κορμί της πέρα σαν ελατήριο. Για κορίτσι, ήταν πραγματικά καλή.

Με την παρέα της παίζαν πολλά παιχνίδια, ξεχύνονταν στους δρόμους τα απογεύματα, μετά τα μαθήματα, μετά τις δουλειές του σπιτιού. Η γειτονιά αντιλαλούσε απο ξέφρενες παιδικές φωνές. Έπαιζαν κρυφτό, κυνηγητό, πεντόβολα, μακριά γαιδούρα, κάνανε βόλτες με τα ποδήλατα τους (όσοι είχαν ποδήλατο), πετούσαν χαρταετό. Συχνά πηγαίνανε ως τα βαλτοτόπια, πέρα απο τη γειτονία, και μαζεύανε βατράχια. Σε γιορτές, που και που, έπαιζαν το γαίτανάκι. Τα κορίτσια έφερναν τις κούκλες τους μερικές φορές. Η Μάρθα είχε μια κούκλα που της είχε κάνει δώρο ο θείος της απο την Αμερική. Με μακριά, ξανθά μαλλιά. Της άρεσε να παίζει με την κούκλα της, όπως της άρερε να τρέχει έξω στους δρόμους με τους φίλους της απο την γειτονιά. Τις προάλλες τους είχε επισκεφτεί ο θείος με τη θεία, και της έδωσαν μια δραχμή χαρτζιλίκι. Η Μάρθα πετάχτηκε όλη χαρά στο μαγαζί του κυρ Θανάση και αγόρασε δέκα λαχταριστές καραμέλες. Τις μισές τις έδωσε στους φίλους της, το βράδυ εκείνο, λίγο πριν σκαρφαλώσουνε τη μάντρα. Τρεις απο αυτές τις είχε ήδη φάει, και δύο τις φυλούσε για το βράδυ, λίγο πριν κοιμηθεί.






"Σσσ, ξεκινάει", έκανε ο Γιώργος, ο αρχηγός της παρέας. Τα παιδιά, καλά κρυμμένα στην κορυφή της μάντρας, έσκυψαν τα κεφάλια τους προς το μέρος της μεγάλης, φωτεινής οθόνης, που ξεπρόβαλε μεγαλόπρεπα στο βάθος. Της Μάρθας τα μάτια έλαμψαν σαν τα αστέρια του ουρανού. Πέρα, μπροστά απο τα πολύφωτα τους μάτια, έστεκε ένα τεράστιο κινηματογραφικό πανί, πάνω στο οποίο μεμιάς ξεπρόβαλαν ζωντανές κινούμενες εικόνες. Η μουσική απο τα ηχεία πλημμύρισε τις αισθήσεις τους. Οι τίτλοι της ελληνικής ασπρόμαυρης ταινίας έκαναν την εμφάνιση τους και το πλήθος του θερινού σινεμά ξέσπασε σε χειροκροτήματα. Καλά κρυμμένη στην κρυψώνα της, η Μάρθα χαμογέλασε ευτυχισμένη. Δε θα την ξεχνούσε τη σημερινή βραδιά.







Η Άννα με τις φίλες της μόλις είχαν βγει απο την αίθουσα προβολής στο Mall. Η ταινία ήταν απίστευτη και φυσικά τα τρισδιάστατα εφέ την έκαναν ακόμα πιο εντυπωσιακή. Ένας κάδος έξω απο την αίθουσα προοριζόταν για να αφήσουν τα 3d γυαλιά, η Άννα άφησε το δικό της ζευγάρι, η Γεωργία όμως αποφάσισε να το κρατήσει στα κρυφά. Η Άννα ταράχτηκε. "Και αν σε πιάσουν?", ρώτησε, η Γεωργία όμως γέλασε. "Το έχω ξανακάνει, δε σε πιάνουν ποτέ", είπε καθησυχαστικά.

Προμηθεύτηκαν απο ένα γεύμα Goodys η κάθε μία και βάλθηκαν να συζητάνε για μισή περίπου ώρα για την ταινία. Τα είκοσι λεπτά συζητούσαν για εκείνον τον κούκλο ηθοποιό, του οποίου οι δύο απο τις τρεις φίλες (η Άννα ανάμεσα τους) είχαν μια γιγάντια αφίσα στο δωμάτιο. Μίλησαν ακόμα για τα αγόρια της τάξης τους, τα μαθήματα και εκείνη τη στριμμένη καθηγήτρια. Η Άννα ανέφερε εκείνο το νέο βιντεοπαιχνίδι που είχε πάρει τις προάλλες ο αδερφός της και ξημεροβραδιαζόταν σπίτι, μπροστά στην οθόνη. Η κουβέντα μεταπήδησε σε κάτι έξαλλα νέα ringtones που είχαν βγει, και οι τρεις φίλες έβγαλαν τα κινητά τους και άρχισαν να στέλνουν διάφορες παλαβομάρες η μία στην άλλη. Η οχλαβοή του εμπορικού κέντρου κάλυπτε τα γέλια τους. Σε λίγο θα έπρεπε να γυρίσουν σπίτι, ο πατέρας της Γεωργίας θα ερχόταν να τις πάρει με τ' αμάξι. Η Άννα αποτέλειωσε εκείνη την τελευταία πασπαλισμένη με σος πατάτα και ετοιμάστηκε να φύγει. Όταν έφτασε σπίτι της, με το αμάξι, χαιρέτησε τις φίλες της. Σε καμιά ώρα ήταν πιθανό να μιλάγανε ξανά στο τηλέφωνο.






Στο κέντρο


Έμεναν στην περιοχή της Κυψέλης, σε μια παλιά, όμορφη γειτονία. Τα τελευταία χρόνια είχαν αρχίσει να χτίζονται πολλές πολυκατοικίες εκεί γύρω και της Γιώτας δε της άρεσε. Έβρισκε τα κτίρια αυτά πολύ μεγάλα και κακόγουστα. Η γειτονιά της ωστόσο παρέμενε όμορφη. Τα μπαλκόνια με τα απλωμένα ρούχα, η πλατεία που μαζεύονταν και έπαιζαν, ο φούρνος του Κοσμά, ο γερο-Νώντας με τη λατέρνα του. Συχνά τα παιδιά έτρεχαν όλα ξωπίσω του, πλημμυρίζοντας τα σοκάκια με τις φωνές τους.

Η Γιώτα έτριβε, έτριβε ασταμάτητα. Είχε βραδιάσει σχεδόν. Τα ρούχα του φιλοξενούμενου τους ήταν απλωμένα στη μπανιέρα μπροστά της και τα καθάριζε, ξεφυσώντας. Ο πατέρας της είχε φέρει άλλη μια φορά σπίτι έναν απο τους φίλους του, και εκείνοι σαν καλή οικογένεια όφειλαν να του προσφέρουν τροφή και στέγαση. Η Γιώτα έτριβε, έτριβε αγχομαχώντας τα ρούχα του πάνω απ' τη μπανιέρα. Δε μπορούσε να καταλάβει γιατί ο μπαμπάς της έφερνε τόσο συχνά φίλους του στο σπίτι για φιλοξενία. Μέρος να ζήσουν οι ίδιοι δεν είχαν;

Το χειρότερο ήταν πως είχε στερηθεί τη χαρά να βρίσκεται με την παρέα της αυτή τη στιγμή. Θα πήγαιναν στη Φωκίωνος Νέγρη, θα χτυπούσαν κουδούνια και θα ζητούσαν αυτόγραφα απο τους αγαπημένους τους ηθοποιούς. Δεν είχε ξαναπάει ποτέ, είχε ακούσει όμως πως πολλοί έμεναν εκεί, ο Δημήτρης Χορν, η Έλλη Λαμπέτη... της φαινόταν σαν όνειρο, μαγεία σκέτη.


Η Γιώτα γύρισε το μυρωδάτο απο τη σαπουνάδα πουκάμισο απο την ανάποδη. Μέσα απο το σαλόνι ο πατέρας της συζητούσε έντονα με τους φίλους του. Είχαν βάλει το ραδιόφωνο και έπαιζε. Κάποια προεκλογική ομιλία ίσως. Αναγνώρισε τη φωνή του πρωθυπουργού, Κωνσταντίνου Καραμανλή. Η φωνή της μητέρας της ακούστηκε στο βάθος. "Γιώτα, φέρε στον πατέρα και τους φίλους του τρία ποτήρια νερό". Η Γιώτα άφησε το μισοπλυμμένο πουκάμισο, και μ' έναν αναστεναγμό κατευθύνθηκε προς την κουζίνα.





Έφερε τον δίσκο με τα ποτήρια στο σαλόνι. Ο πατέρας και οι δύο φίλοι του είχαν σταματήσει να μιλάνε και αφουγκράζονταν με προσοχή το ραδιόφωνο. Ο πατέρας είχε βγάλει ένα χαρτί και κρατούσε σημειώσεις. Ο ένας απο τους δύο κύριους ευχαρίστησε τη Γιώτα και της χαμογέλασε. Είχε ζεστά μάτια, πικρό χαμόγελο, μικροσκοπικό μουστάκι.

Πολλά χρόνια μετά η Γιώτα θα καταλάβαινε για ποιόν λόγο ο πατέρας της αποκαλούσε τους φίλους του εκείνους "συντρόφους", για ποιό λόγο έφερνε αρκετούς απο αυτούς ανα διαστήματα σπίτι, γιατί τους έφερνε στα κρυφά και γιατί δεν είχαν να μείνουν κάπου αλλού.







Η Κατερίνα είχε μόλις γυρίσει σπίτι απο το φροντιστήριο. Ήταν προεκλογική περίοδος και ο δρόμος ήταν γεμάτος απο αφίσες, υποσχόμενες τους καλύτερους καιρούς που θα έρχονταν. Της είχε κάνει εντύπωση μια αφίσα που απεικόνιζε έναν ψηφοφόρο να τον ρουφάει η κάλπη, σα να ήταν κινούμενη άμμος, καλώντας τον κόσμο σε αποχή. Η Κατερίνα είχε λίγα ακόμα χρόνια μέχρι να ψηφίσει βέβαια (σε δυο μήνες έκλεινε τα 15), ωστόσο πολύ την μπέρδευαν όλα αυτά τα πολιτικά. Δεν της ήταν αδιάφορα, ωστόσο ένιωθε λες και την κοροιδεύουν. Δεν ήξερε ποιός, δεν ήξερε γιατί, γνώριζε ωστόσο πως η ατάκα "όλοι το ίδιο είναι" φοριέται πολύ τον τελευταίο καιρό. Και δε της άρεσε να ντύνεται σε πολυφορεμένα ρούχα.

Με το που μπήκε σπίτι χαιρέτησε τον πατέρα της, που καθόταν στη γνώριμη του πολυθρόνα, μπροστά στην τηλεόραση. Παρακολουθούσε τις ειδήσεις, ένα θέμα που της κίνησε την περιέργεια. "ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΜΕ ΓΝΩΣΤΟ ΣΤΑΡ ΤΗΣ ΜΟΥΣΙΚΗΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ", έλεγε ο τίτλος με κεφαλαία πάνω στην οθόνη, ενώ ένα μάτσο γνωστοί τηλεοπτικοί σταρ παρήλαυναν μπροστά της στα παράθυρα, λογομαχώντας και αποκαλώντας ο ένας τον άλλο με διάφορα ονόματα. Ναρκωτικά, έμποροι της νύχτας, κρυφές ομοφιλοφιλικές σχέσεις, όλα τα είχε σήμερα. Η μητέρα της μπήκε χαρούμενη στο σαλόνι. "Α, ξεκατινιάσματα, ωραία!",έκανε και στρώθηκε στον καναπέ. "Κατερίνα, έχει φαί μες στον φούρνο", της είπε.





Ο πατέρας της άλλαξε για μια στιγμή κανάλι, πέφτωντας σε μια πολιτική προεκλογική εκπομπή. Παράθυρα πάλι. Εκπρόσωποι της Νέας Δημοκρατίας, του ΠΑΣΟΚ, του ΚΚΕ, του ΣΥΡΙΖΑ, του ΛΑΟΣ. Μιλούσαν ο καθένας για το κοινό του. "Σύντροφε...", αποκαλούσε ειρωνικά έναν εκπρόσωπο του ΚΚΕ ο πολιτικός της Νέας Δημοκρατίας. Ο πατέρας της άλλαξε γρήγορα κανάλι, επέστρεψε στο σκάνδαλο με τον σταρ της μουσικής βιομηχανίας. Η Κατερίνα πήγε στο δωμάτιο της.

Το δωμάτιο της ήταν το καταφύγιο της απο τον κόσμο. Η φωλιά της. Το στόλιζε, το περιποιόταν, το λάτρευε. Άνοιξε τον υπολογιστή της και ενώ έτρεχε το σήμα των Windows στην οθόνη, βγήκε στο μικροσκοπικό τους μπαλκόνι. Πανύψηλες, σκοτεινές πολυκατοικίες υψώνονταν ως πέρα, κρύβοντας τον ουρανό. Η γειτονιά της ήταν επικίνδυνη να κυκλοφορείς τα βράδια. Τα περισσότερα διαμερίσματα νοικιάζονταν απο μετανάστες. Τα σκουπίδια έκαναν λοφίσκους στους δρόμους, τα αυτοκίνητα καβαλούσαν τα πεζοδρόμια. Μύριζε άσχημα. Ήξερε συγκεκριμένα μέρη που γινόταν διακίνηση ναρκωτικών, και τα απέφευγε όπως ο διάολος το λιβάνι. Ήταν όμως η γειτονιά της. Λίγες πολυκατοικίες παραπέρα έμενε η κολλητή της. Θα μιλούσαν όπου να ναι στο msn... α, η επιφάνεια εργασίας είχε εμφανιστεί, ήταν έτοιμη να σερφάρει στον μαγευτικό κόσμο του διαδικτύου.






Παρελάσεις


Το σχολείο τους υπήρξε καταφύγιο κατά τη διάρκεια του Πολέμου. Κάτω απο τις αίθουσες υπήρχαν κρυφοί διάδρομοι που οδηγούσαν σε στοές και κατακόμβες, μέσα στις οποίες ο κόσμος φυλασσόταν απο τις αρπακτικές διαθέσεις των κατακτητών. Ήταν απο τα λίγα σχολεία που διέθεταν σειρήνα. Ήταν το σχολείο της Ειρήνης, που ακόμα και τώρα, 18 χρόνια μετά τον πόλεμο, θα ορκιζόσουν πως αντηχούσε απο τους βομβαρδισμούς, τα πυροβολητά, τους ψίθυρους μέσα στο σκοτάδι, τους θρήνους στη σιωπή.

Η Ειρήνη έστεκε στη σειρά για την καθημερινή επιθεώρηση, μαζί με τα υπόλοιπα κορίτσια της τάξης της. Απο μπροστά τους πέρναγε η καθηγήτρια, κραδαίνοντας στο χέρι τη μεζούρα της σα να ήταν τουφέκι. Τα κορίτσια έστεκαν ακίνητα, όση ώρα εκείνη υπολόγιζε το μήκος της φούστας τους, εαν βρίσκεται στο επιτρεπτό όριο, εαν καλύπτει επαρκώς τα επίμαχα σημεία, εαν τηρεί τους ηθικούς κώδικες. Μπορεί να μην υπήρχαν αγόρια στο σχολείο (ήταν Γυμνάσιο Θηλέων), αυτό δε σήμαινε ωστόσο πως μπορούσε να τριγυρνάει το κορίτσι με όποιον τρόπο ήθελε, σαν κανένα παλιοθήλυκο. Τι θα έλεγαν οι γονείς της.






Η καθηγήτρια πέρασε μπροστά απο την Ειρήνη, τη μέτρησε και έφυγε, ρίχνοντας της ένα βλέμμα όλο περιφρόνηση. Η Ειρήνη μετά βίας υπήρξε μαθήτρια του 13, και κανένας σχεδόν καθηγητής δε τη βοηθούσε (με εξαίρεση τον συμπαθέστατο εκείνον κύριο Κωνστανταράκη που δίδασκε Βιολογία). Απο την άλλη, εκείνη την ξινή τη Νικολέττα, όλοι οι καθηγητές και οι καθηγήτριες έπεφταν πάνω της με τα μούτρα. Να την επαινέσουν, να τη διορθώσουν ευγενικά, να της χαμογελάσουν. Να ανεβάσουν τους βαθμούς της όσο ήταν δυνατόν. Ήταν πλουσιοκόριτσο βλέπετε, απο τις "πιο εκλεκτές οικογένειες", όπως έλεγε ο γυμνασιάρχης με καμάρι. Και καθόλου αμφίβολων ηθών.

Η Ειρήνη μερικές φορές αναρωτιόταν γιατί δεν έλεγαν για την δική της οικογένεια οι καθηγητές οτι ήταν "εκλεκτή". Αγαπούσε πολύ τους γονείς και τα αδέρφια της... είχε υπέροχες αναμνήσεις απο την παιδική της ηλικία και πάντα ένιωθε πως εισέπρατε αγάπη απο τους δικούς της... γιατί δεν ήταν "εκλεκτή" η οικογένεια της λοιπόν;

Το κουδούνι χτύπησε και τα κορίτσια τινάχτηκαν στις τάξεις τους, ένα κύμα απο γελαστές, ενθουσιώδεις φωνές. Η τάξη της Ειρήνης είχε περίπου 60 μαθητές. Η ίδια η Ειρήνη στριμώχνονταν στο θρανίο μαζί με άλλες τρεις κοπέλες, το ένα πόδι της περίσσευε εκτός. Ο κύριος Κωνστανταράκης μπήκε στην τάξη, με την κοιλίτσα του να κουνιέται αριστερά, δεξιά, σαν τόπι στο κύμα, και η Ειρήνη χαμογέλασε. Σε λίγες μέρες θα γίνονταν οι εορτασμοί της επετείου του "ΟΧΙ" και είχαν γίνει λαμπρές προετοιμασίες στο σχολείο, με χορούς και μουσικές. Η Ειρήνη είχε κάνει πολλές φορές πρόβα τον χορό της και ήταν σίγουρη πως θα άφηνε καλύτερες εντυπώσεις στο τέλος απο την ξινή τη Νικολέττα.


(πηγή φωτογραφίας: http://www.petrades.gr/pages/palies%20photos%20petradioton%20.html)


Μια απο τις καλύτερες φίλες της Ξένιας, η Όλγα, είχε καταγωγή απο κάποιο χωριό της Βουλγαρίας. Είχαν περάσει πολλά οι δυο τους στο σχολείο και είχαν δεθεί μέσα στα χρόνια. Η Ξένια δεν ήταν και η καλύτερη μαθήτρια, ίσα που άγγιζε το 13 μέσο όρο, ήταν τυπάκι όμως και αγαπητή στην παρέα της. Της άρεσε να λανσάρει νέο look στο μαλλί της κάθε μήνα, παρακολουθούσε όλες τις εξελίξεις όσο αφορά τους celebrities, είχε μια προτίμηση στη ροκ μουσική, ιστοσελίδα στο myspace, και κάθε βδομάδα έβγαινε σινεμά, πότε με τις φίλες της, πότε με ένα μόνιμο φλερτ (τον λέγαν Κώστα και ήταν μια τάξη μεγαλύτερος), πότε με όλους μαζί.

Της άρεσε επίσης να διαβάζει εξωσχολικά βιβλία. Συχνά χανόταν μέσα τους. Πόσο θα ήθελε να μπορούσε να παρατήσει όλα τα βιβλία του σχολείου, μια για πάντα, και να καταπιαστεί με τα εξωσχολικά βιβλία μόνο! Μπορούσε να απαριθμήσει με κάθε λεπτομέρεια όλο το γενεαλογικό δέντρο του Σιλμαρίλλιον του Τόλκιν, αν όμως της ζητούσες να πει λεπτομέρειες για τη Συνθήκη των Σεβρών, τον Κριμαικό Πόλεμο, ή τη Γαλλική Επανάσταση, εκείνη απλά έγνεφε με απορία.

Μπορεί να μη τα πήγαινε καλά με τα μαθήματα, την ενοχλούσε όμως όταν κοιτούσαν με μισό μάτι τη φίλη της κάποιοι, μόνο και μόνο επειδή ήταν διαφορετικής καταγωγής. Για την Ξένια όλοι οι λαοί της Γης ήταν σαν τα παρακλάδια του γενεαλογικού δέντρου του Τόλκιν. Ο οίκος του Φέανορ, ο οίκος του Φινγκόλφιν και του Φινάρφιν, ο οίκος του Φίνγκον ή του Χάντορ, ήταν όλοι τους γενιές Ξωτικών.






Όπως την ενοχλούσε και εκείνη η μαλάκω η συμμαθήτρια της, η Φέη, που επειδή ξέρω γω είχε ωραίο σώμα έπρεπε όλη την ώρα να το επιδεικνύει, φορώντας κάτι φούστες ως τον κώλο πάνω και κάτι στενά μπλουζάκια να. Και κάθε μέρα ερχόταν με νέα ρούχα (προφανώς είχαν τα λεφτά οι γονείς της και της τα παιρναν), κάνοντας επίδειξη θα λεγε κανείς μες στο προαύλιο του σχολείου, βαμμένη και με το μαλλί στην τρίχα, και με τα αγόρια να τους τρέχουν τα σάλια. Μια φορά προσπάθησε να φορέσει μια μπλούζα σαν της Φέης, η κοιλιά της όμως ξεπετάχτηκε έξω και την έπιασε κατάθλιψη.

Είχε ένα θέμα με την εμφάνιση της γενικώς, έπιανε να βγάζει δεκάδες φωτογραφίες τον εαυτό της με την ψηφιακή της κάμερα, κάθε βδομάδα, και να επιλέγει τις καλύτερες απο αυτές για το facebook. Με διάφορους φωτισμούς, απο ποικίλες οπτικές γωνίες, με αλλαγές στα ντυσίματα και το μαλλί... Η μία στις 10 φωτογραφίες έμπαινε μόνο... οι υπόλοιπες δεν της άρεσαν. Ο Κώστας (το μόνιμο φλερτ) της είχε πει οτι τη θεωρούσε όμορφη, εκείνη όμως δεν τον πίστευε.

Σε λίγες μέρες θα έκαναν την παρέλαση για τον εορτασμό της 28ης Οκτωβρίου και η Ξένια (προερχόταν απο το "Πολυξένη") ήταν σίγουρη πως η Έφη θα έκλεβε για άλλη μια φορά τα βλέμματα του φιλοθεάμονος κοινού. Μισούσε τις παρελάσεις και θεωρούσε πως έπρεπε να καταργηθούν σαν θεσμός.





Ο Καφές Μετά


Ο Γρηγόρης γύρισε απο την άλλη πλευρά, καλύπτωντας τον γυμνό του ώμο με ένα κομμάτι εφημερίδα. Ο ύπνος ήταν δύσκολος ενώ έξω έβρεχε, στο καταφύγιο της οικοδομής. Δούλευε εδώ και τρεις βδομάδες στην οικοδομή αυτή, η δεύτερη δουλειά του απο τότε που έφυγε απο το χωριό, αναζητώντας την τύχη του στην πρωτεύουσα. Ήταν δύσκολα, αλλά μια αρχή ήταν πάντα μια αρχή. Δε μπορούσε να ξεχάσει ωστόσο την πρώτη του δουλειά, τον τρόπο που την έχασε μέσα απο τα χέρια του. Ένιωθε πολύ άτυχος και δεν ήξερε ποιός του έφταιγε. Η πρώτη του δουλειά ήταν σ' ένα γραφείο, διακοσμούσε πινακίδες προς πώληση. Ήταν επίμονος και εργατικός και ο εργοδότης τον είχε πάρει με καλό μάτι και του είχε υποσχεθεί πως θα φτάσει ψηλά κάποια μέρα.

Φαίνεται η προσπάθεια του όμως δεν ήταν αρκετή. Μια μέρα έμαθε πως ένα άλλο παλικάρι, 19 χρονών κι αυτό, είχε πάρει τη θέση του και ο ίδιος είχε ξαφνικά μείνει χωρίς δουλειά. Ο λόγος; Το παλικάρι αυτό ήταν γιός ενός γνωστού του εργοδότη, του οποίου ο εργοδότης ήθελε να κερδίσει την εύνοια. Σε λίγες μέρες θα έβαζε υποψηφιότητα για δημοτικός σύμβουλος, ή κάτι παρόμοιο σαν αυτό, και χρειαζόταν τις ψήφους.


Την επόμενη μέρα ο Γρηγόρης θα συναντούσε τον Σίμο, τον μοναδικό φίλο του στη μεγάλη πόλη. Θα πήγαιναν σε κανένα καφενείο να πουν τα νέα τους και η σκέψη του έδινε χαρά. Η βροχή όλο και δυνάμωνε.




(πηγή φωτογραφίας: http://photogr.webv.gr/?p=180)


Είχε κατορθώσει να συγκεντρώσει όλα τα χαρτιά, όλες τις υπογραφές, όλες τις βεβαιώσεις συμμετοχής του σε σεμινάρια και επιστημονικά συμβούλια, τα απολυτήρια του, τα μικρά και τα ακόμα μικρότερα πτυχία του. Είχε δώσει τις απαραίτητες κατατακτήριες εξετάσεις και είχε πάει καλά. Ο Γιώργος ήταν έτοιμος πια για το τελικό στάδιο, τη συνέντευξη. Απο αυτή θα εξαρτιόταν πλέον αν θα τον έπαιρναν στο μεταπτυχιακό ή όχι.

Είχε άγχος. Ήξερε πως το μεταπτυχιακό αυτό έχει λίγες θέσεις, και είχε ακούσει πως η συνέντευξη έπαιζε σημαντικό ρόλο... σημαντικότερο απ' ότι θα πρεπε. Είχε ακούσει κι άλλα, πράγματα που ήλπιζε να μην είναι αληθινά, πληροφορίες για παλιότερους φοιτητές του μεταπτυχιακού αυτού και του τρόπου με τον οποίο κατόρθωσαν και πήραν τη θέση. Τι στο διάολο δηλαδή, είχε ένα κάρο χαρτιά, είχε φάει τα μισά του νιάτα σπουδάζοντας και τρέχοντας εδώ κι εκεί. Έγραψε καλά στις εξετάσεις. Ήταν διατεθειμένος να ερευνήσει, να μελετήσει, να δώσει τον καλύτερο του εαυτό. Τι άλλο ήθελαν πια.

Η πόρτα άνοιξε. Ήταν η σειρά του να μπει για τη συνέντευξη.

Μια ώρα μετά ο Γιώργος άραζε για καφέ κάπου στο Θησείο, με τον φίλο του τον Άρη, πίνοντας καφέ και χαλαρώνοντας. Σε λίγες μέρες θα μάθαινε τα αποτελέσματα.







God Save the Queen



Σήμερα ήταν βραδιά θεάτρου. Κάτι που συνέβαινε όχι συχνά, γι' αυτό και ήταν μια πολύ σπουδαία περίσταση για όλους. Όλη η οικογένεια ντυνόταν στα καλύτερα της. Η μητέρα και η θεία φόρεσαν τα καλύτερα παλτά και τις ακριβότερες τους γούνες. Ο πατέρας ντύθηκε στο πιο φινετσάτο κοστούμι του, εκείνο που είχε αγοράσει απο το ταξίδι του στην Ευρώπη. Η Άρτεμις ήταν ενθουσιασμένη με την προοπτική της εξόδου, το ίδιο και οι δυο αδερφές της. Δοκίμαζαν τα ωραιότερα τους φορέματα, άλλαζαν κολλιέ, φορούσαν τα πιο αστραφτερά τους κοσμήματα, έφτιαχναν το μαλλί και βάφονταν όσο καλύτερα μπορούσαν. Ήξεραν πως η σημερινή βραδιά θα τους έφερνε σε επαφή (έστω και απο απόσταση) με ορισμένα απο τα λαμπρότερα ονόματα του εληνικού θεάματος, και όχι μόνο. Μπορεί να έβλεπαν και πρόσωπα του πολιτικού κύκλου εκεί. Θα είχε καμεραμεν, φώτα, ακριβά αυτοκίνητα. Σαν το Χόλλυγουντ.







Λίγος καιρός είχε περάσει απο τους γάμους της πριγκίπισσας Σοφίας με τον ευγενικό Δον Χουάν, τον διάδοχο του ισπανικού θρόνου. Η Άρτεμις είχε παρακολουθήσει τη λαμπρή τελετή απο την τηλεόραση (απόκτημα πρόσφατο της οικογένειας, για το οποίο ένιωθαν περήφανοι), είχε διαβάσει και στα περιοδικά. Λες σήμερα στο θέατρο να αντικρύσουμε πρόσωπα της βασιλικής οικογένειας?, σκέφτηκε με ενθουσιασμό. Την συνάρπαζε η γκλαμουριά, η αστραφτερή λάμψη των χαμογελαστών στην κάμερα δοντιών, τα κοσμήματα και τα μεγαλοπρεπή φορέματα. Είχε διαβάσει οτι η βασίλισσα πρόσφατα επισκέφτηκε ένα χωριό απο τα μέρη της καταγωγής της, ντυμένη στην τοπική ενδυμασία, μίλησε με τους χωρικούς και συμμετείχε στο πανηγύρι που οργανώθηκε προς τιμήν της! Πόσο περήφανη ένιωθε. Κάποια μέρα θα έβρισκε και κείνη έναν άντρα, που θα γινόταν βασιλιάς της καρδιάς της. Θα ερχόταν σαν τον ιππότη στο τραγούδι. Θα γύριζαν τον κόσμο όλο, θα της αγόραζε ρούχα και μαργαριτάρια, και κείνη θα του πρόσφερε την καρδιά της, το στέμμα της.


Η οικογένεια ήταν έτοιμη. Αγκαζέ βγήκαν έξω, τα κορίτσια συνοδευόμενα απο τους ξάδερφους τους (γιατί τα ευπρεπή κορίτσια έπρεπε πάντα να συνοδεύονται), και πορεύτηκαν προς το θέατρο, όπου θα ξεκινούσε η παράσταση.







Η παράσταση είχε μόλις τελειώσει. Ο κόσμος βγήκε απο την κεντρική είσοδο του θεάτρου, καμιά 30αρια ικανοποιημένοι επισκέπτες, συζητώντας ο ένας με τον άλλο. Η Νίκη βάδιζε ανάμεσα τους, χαμένη ακόμα στην ταξιδιάρικη ατμόσφαιρα του έργου. Το εισιτήριο ήταν βέβαια ακριβό, αλλά η παράσταση την είχε αγγίξει και την είχε βάλει σε σκέψεις που δε συνήθιζε να κάνει.

Μόνη περπατούσε τώρα τα νυχτερινά δρομάκια του φωταγωγημένου κέντρου, περνώντας μπροστά απο μαγαζιά και απο βιτρίνες, χαμένη στις σκέψεις της. "Η κόλαση είναι οι άλλοι", έλεγε ο Σαρτρ, και αυτό υπήρξε και το κεντρικό νόημα του θεατρικού έργου.... πως φτάνουμε να εξαρτιόμαστε απο τους γύρω μας, να καθορίζεται κάθε στοιχείο της ύπαρξης μας απ'αυτούς, πόσο μπορεί να μας εγκλωβίσει κάτι τέτοιο, να μας θρυματίσει την όποια αίσθηση ελευθερίας μας... Τέτοια σκεφτόταν η Νίκη, και στο μεταξύ είχε πάρει να τσιμπήσει ένα σάντουιτς απο ένα τυροπιτάδικο εκεί κοντά.






Τρώγοντας επανήλθε στην καθημερινότητα. Θυμήθηκε το οτι αύριο έπρεπε πάλι να πάει να κάνει εκείνη την αναθεματισμένη εργασία που τόσο σιχαινόταν. Τρία χρόνια τώρα έλεγε να αλλάξει απο εκείνη την καταραμένη θέση γραμματέος που είχε, στο γραφείο εκείνου του μαλάκα, τρία χρόνια το άφηνε. Γιατί εντάξει, πες οτι παρατάει τη δουλειά. Που θα βρει άλλη μετά; Εκτός αν συνέχιζε τις σπουδές της που είχε αφήσει στη μέση.... τις σπουδές της που δεν της άρεσαν. Ή μήπως αν ξανάρχιζε την κιθάρα που είχε παρατήσει - επίσης - στη μέση;

Πέρασε μπροστά απο ένα σκυλάδικο. "Νυχτερινό κέντρο" τα λένε. Εκεί πάει η αφρόκρεμα του χρήματος, σκορπάνε τα λεφτά τους σε πιάτα και λουλούδια. Το κέντρο της νύχτας. Αν υπάρχει ένα κέντρο στη νύχτα, αυτό βρίσκεται σε σιωπηλούς δρόμους, δρόμους που αντηχούν απο τον ήχο των βημάτων σου στο βρεγμένο πεζοδρόμιο, βρίσκεται σε σκιερές βιτρίνες και σε σκέψεις που σε ταξιδεύουν... Αυτό είναι το αληθινό "κέντρο της νύχτας", σκεφτόταν τώρα η Νίκη, βρίσκεται γύρω μας παντού, και δε χρειάζεται χρήματα. Μόνο φευγάτη διάθεση...

Θυμήθηκε εκείνο το φοβερό πρόσφατο live των Porcupine Tree, κει κάτω στο Γκάζι. Εκεί ήταν που ξανάδε τον Βασίλη, μετά απο καιρό. Της έλειπε λίγο... πάει καιρός απο την τελευταία φορά. Αλλά... ήταν επιλογή, επιλογή και των δυο τους.

Η Νίκη ανάσανε βαθειά και γεύτηκε προς στιγμήν την αίσθηση της ελευθερίας. Έβαλε το mp3, πάτησε το play και αφέθηκε σ' ένα κλασικό άσμα. "God save the queen"...





Χορός μιας Ζωής


Γνωρίστηκαν σ' εκείνο το πάρτυ και χόρεψαν τον πρώτο τους χορό σ' εκείνο το αμερικάνικο τραγούδι. Η Σοφία δε θυμόταν ποιό τραγούδι ήταν, δεν είχε σημασία όμως, για κείνη και τον Αντρέα ήταν απλά "εκείνο το αμερικάνικο". Η Σοφία θυμάται πως την πλησίασε ο Αντρέας. Ήταν ντροπαλός στην αρχή, όπως όλοι οι φίλοι του, κάθονταν στη μια πλευρά του σαλονιού με τα ποτά στο χέρι, κάποιοι κάπνιζαν προσπαθώντας έτσι να δώσουν διέξοδο στην αμηχανία τους. Ο Αντρέας είχε καρφώσει τα μάτια του πάνω στη Σοφία - η Σοφία δε θα ξεχνούσε ποτέ εκείνο το βλέμμα. Θυμόταν πως τον είχε ξαναδεί κάπου. Στη γειτονιά της ίσως; (αργότερα θα της εξομολογούνταν ο Αντρέας πως την είχε πρωτοδεί στο γραφείο, όπου δούλευε ως βοηθός, και πως την είχε αμέσως ερωτευτεί. Μες στις επόμενες λίγες μέρες θα μάθαινε τα πάντα για κείνη. Ποιά είναι, που μένει, που συχνάζει. Η παρουσία του στο πάρτυ μόνο τυχαία δεν ήταν).






Ο Αντρέας ήταν ένας άντρας στα πρώτα στάδια της ωριμότητας του (είχε κλείσει τα 30 εδώ και κάποιο καιρό). Είχε μια σχετική εμπειρία με γυναίκες, ήξερε τι ήθελε και με ποιόν τρόπο να το πάρει. Ντυνόταν πάντα κομψά, με όμορφα κοστούμια και μοσχοβολούσε με τα καλύτερα αρώματα. Δεν ήταν πλούσιος, είχε ωστόσο μια δουλειά με προοπτικές σε μια ιδιωτική επιχείρηση. Η Σοφία δεν είχε κλείσει ακόμα τα 19 και δούλευε λίγο καιρό τώρα σ' ένα γραφείο. Ήθελε να σπουδάσει στο εξωτερικό, αλλά τα χρήματα της οικογένειας δεν ήταν αρκετά. Είχε πολλές κατακτήσεις, αλλά ήταν άπειρη και ντροπαλή μα και παιχνιδιάρα με τους άντρες, ενώ ήδη είχε απορρίψει δύο υποψήφιους γαμπρούς. Ο ένας ήταν καλός αλλά πολύ σοβαρός για τα γούστα της, ο άλλος πολύ κοντός.

Τρεις μήνες μετά απο εκείνον τον χορό, ο Αντρέας και η Σοφία αρραβωνιάστηκαν.






Την είχε ζητήσει απο τους γονείς της, ενώ έγραψε και ένα μακροσκελές γράμμα στην ίδια όπου εξηγούσε τους σκοπούς του και της ζητούσε το χέρι της. Ο πατέρας της Σοφίας είχε αιφνιδιαστεί - η Σοφία ήταν η μικρότερη του κόρη και αρκετά μικρή ακόμα για γάμο. Να 'ταν 25 όπως η μεγαλύτερη της αδερφή, που έψαχνε και γαμπρό δεν έβρισκε, τότε μάλιστα. Αλλά πάντα έτσι γίνεται, οι μικρές έχουν τη χάρη φαίνεται, η Σοφία ειδικά είχε περίσσια. Ο Αντρέας έκανε ξεκάθαρο στη Σοφία πως αν αρνηθεί την πρόταση του δε θα τον ξανάβλεπε... Τελικά ο πατέρας της ενέδωσε και το ζευγάρι γιόρτασε τους αρραβώνες του σε μια μπουάτ στην Πλάκα, και με ένα αξέχαστο γεύμα σε μια όμορφη παραλιακή ταβέρνα, όπου ήπιαν και τραγούδησαν ως το πρωί.

Ο γάμος τα είχε όλα. Φωτογράφους, χορό, πολλή κόσμο, μουσική, μια μεγάλη γαμήλια τούρτα και άφθονα χαμόγελα. Η Σοφία δεν είχε ιδιαίτερη προίκα... κάτι ρούχα, 2-3 φτηνά έπιπλα, τίποτα το ιδιαίτερο, ο Αντρέας όμως την αγαπούσε πραγματικά και δε τον ενδιέφερε αυτό. Λίγο καιρό μετά τον γάμο θα ταξίδευαν μαζί στο εξωτερικό.






"Γαμώ τη χριστοπαναγία σας γαμημένες πουτάνες. Σας γαμώ και σας χύνω όλες βρωμοκαριόλες!".

Κάπως έτσι ξέσπασε ο Φώτης, ενώ τα γέλια των κοριτσιών αντηχούσαν στ' αυτιά του. "Τι να γαμήσεις ρε παλιομαλάκα, εσένα φουσκωτή κούκλα να σου διναν θα την πέρναγες για τρυπημένη και θα την επέστρεφες στο μαγαζί ζητώντας άλλη!".

"ΕΛΑ ΔΩ ΝΑ ΣΟΥ ΔΕΙΞΩ ΤΙ ΚΑΝΩ ΕΓΩ ΣΤΙΣ ΤΡΥΠΕΣ ΓΑΜΗΜΕΝΗ ΣΚΥΛΑ", κραύγαζε ο Φώτης, ενώ ήδη οι σεκιουριτάδες του μαγαζιού τον είχαν αρπάξει απο τα μπράτσα και τον μετακινούσαν έξω. Ο Φώτης προσπαθούσε να απελευθερωθεί, εκείνοι όμως τον πέταξαν έξω απο το μαγαζί και απείλησαν πως αν συνεχίσει να δημιουργεί πρόβλημα, θα καλούσαν την αστυνομία.

Ο Φώτης έφυγε παραπατώντας, η γεύση του ποτού ακόμα έντονη στον ουρανίσκο του. Βρωμοθήλυκα. Ένα παιχνίδι, η ζωή του όλη ένα ατελείωτο παιχνίδι που είχαν στήσει αυτές εναντίον του. Δεν έφταναν οι γκόμενες που του έριχναν χυλόπιτες στο πανεπιστήμιο. Δεν έφτανε η μαλακισμένη η γυναίκα του που τον χώρισε πρόσφατα. Τώρα ακόμα και τα παλιοθήλυκα των κλαμπ, τα ξεπεταγμένα τσουλιά που δεν έχουν καλά καλά τελειώσει το σχολείο και αρχίζουν τα ξενύχτια, ακόμα και αυτές του το παίζουν ζόρικες. Μα πως έχουν καταντήσει έτσι οι γυναίκες! Ποιός τους παραχώρησε τόση ελευθερία; Ήθελε τόσο πολύ να τους επιβληθεί, να τους δώσει να καταλάβουν πως δεν σέβονται στοιχειώδεις και αρχέγονους κανόνες ανάμεσα στους ρόλους των φύλων, κανόνες που υπήρχαν απο την αρχή κιόλας της ανθρωπότητας.... αλλά αυτές του έβγαιναν συνέχεια απο πάνω!

Και το χειρότερο όλων ήταν πως τις είχε ανάγκη. Και το έδειχνε αυτό. Σπάνια ξεσπούσε όπως σήμερα. Ακόμα και οταν η γυναίκα του του είπε πως "δεν πάει άλλο", πως ο γάμος τους "δεν οδηγεί πουθενά", εκείνος έπιασε τον εαυτό του να την παρακαλεί να το ξανασκεφτεί.... να παρακαλάει μια γυναίκα! Τουλάχιστον δεν είχαν κάνει παιδιά ακόμα... ήταν μια παρηγοριά κι αυτό.

Πιο πολύ και απ'τις γυναίκες, σιχαινόταν εκείνες τις σιχαμένες τις αδερφές. Να πως κατάντησαν οι άντρες λοιπόν, να που θέλουν να τον σπρώξουν τα βρωμοθήλυκα! Όχι, δε θα τους κάνει το χατήρι. Ξερό γαμήσι θέλετε, ξερό γαμήσι θα χετε. Ξεχάστε το συναίσθημα απο μένα στο εξής. Και καμία δε θα ταίσει στο εξής με τα δικά του τα λεφτά, να πάνε να δουλέψουν να βγάλουν λεφτά μόνες τους! (το γεγονός βέβαια οτι η πρώην γυναίκα του εργαζόταν και μάλιστα έβγαζε περισσότερα χρήματα απο τον ίδιο το παρέβλεπε εκείνη τη στιγμή, το μυαλό του είχε ούτως ή άλλως θολώσει απο το μεθύσι).

Ο Φώτης τράβηξε τον δρόμο για το σπίτι του. Την επόμενη μέρα δε θα θυμόταν τίποτα απο τα σημερινά και θα έπιανε τον εαυτό του να τηλεφωνεί στην πρώην του και να της έλεγε οτι του έχει λείψει.

Και το πιο παράξενο όλων ήταν πως της είχε λείψει κι αυτός.





Μια Πορεία, ένα Ταξίδι


Η μπάντα ξεκίνησε το αρχέγονο τραγούδι της. Κιθάρα, μπασο, πλήκτρα, τύμπανα, μπουζούκι, κλαρινέτο. Ο κόσμος κάτω τραγουδούσε, ύψωνε πανό, ύψωνε τη γροθιά του στον αέρα. Ένας λαός, ένα σώμα, μια φωνή. Έτσι αισθάνονταν τώρα. Τους ένωναν τα κοινά τους βάσανα, ο κοινός σκοπός.Στη σκηνή ξεπρόβαλε εκείνος ο βάρδος απο τα παλιά, αυτός ο τραγουδοποιός που μιλούσε στη δική τους γλώσσα, τη γλώσσα του αγώνα. Ο κόσμος ξέσπασε σε χειροκροτήματα. Εκεί ήταν ο Κωστής, ο Γιάννης και η Μάρθα, η Γιώτα και η Ειρήνη, ο Γρηγόρης και ο Σίμος, η Σοφία και ο Αντρέας. Δε συμφωνούσαν μεταξύ τους στα πάντα, πίστευαν όλοι τους ωστόσο πως η κατάσταση έχει φτάσει στο απροχώρητο και χρειάζεται μια αλλαγή. Στην πορεία πριν λίγες ώρες είχαν πέσει πάνω σε σώμα αστυνομικών και είχε ακολουθήσει σφοδρή σύγκρουση. Ο Γιάννης είχε τραυματιστεί, ευτυχώς όχι βαριά. Τώρα τραγουδούσαν όλοι μαζί, για τον κοινό σκοπό, που δεν ήξεραν ποιός ήταν ακριβώς, μια βραδιά όπως εκείνη όμως δεν είχε σημασία. Σήμερα γραφόταν ιστορία και ήταν όλοι μέρος της.





Σπασμένα τζάμια στον δρόμο. Πεταμένα πανό, βιτρίνες που έχασκαν. Η μυρωδιά του δακρυγόνου δηλητήριο στο χείλος του αέρα.

Και ο Άρης βαδίζει στα συντρίμμια. Σκέφτεται πως φτάσαμε ως εδώ. Ακούει τα θρυψαλισμένα γυαλιά να συντρίβονται κάτω απ' τα πόδια του. Η αρβύλα, όπως αυτή θρυμματίζει την ελπίδα.

Το βλέμμα του έπεσε σε μια βιτρίνα που παραδόξως είχε μείνει ανέπαφη. "Είδη και αναμνηστικά της Παλιάς Αθήνας". Ασυνήθιστο μεγαζί, σκέφτηκε, παρατηρώντας τα εκθέματα. Φωτογραφίες σαν εκείνες που συναντάει κανείς σε παλιά γκριζαρισμένα άλμπουμ, καρτ ποστάλ, αντίκες έπιπλα, παλιά ρούχα, δίσκοι μιας άλλης εποχής. Έπιασε τον εαυτό του να σκέφτεται πως τα αντικείμενα αυτά ήταν νέα όταν οι γονείς του ήταν νέοι, έκαναν την εμφάνιση τους παράλληλα με τα πρώτα τους βήματα.

Μπήκε μέσα στο μαγαζί, απο περιέργεια περισσότερο. Ήταν σα να εισχωρεί σ' έναν άλλο κόσμο, παλιό μα και γνώριμο ταυτόχρονα... Το μαγαζί στο εσωτερικό του φάνταζε πολύ μεγαλύτερο απ' ότι φαινόταν έξω. Ή μήπως ήταν ο ίδιος εκείνος που είχε μικρύνει μπαίνοντας μέσα του;

"Μοιάζεις με χαμένος", έκανε μια παιχνιδιάρικη φωνή πίσω του, ξυπνώντας τον θα λεγε κανείς απο ένα όνειρο. "Ορίστε;", είπε αυτός γυρίζοντας και αντίκρισε ένα όμορφο, γελαστό κοριτσίστικο πρόσωπο. Δε πρέπει να ήταν πολύ μικρότερη απ' αυτόν. "Λέω, έχεις πάρει μια χαμένη εντελώς έκφραση... πλάκα έχει!", γέλασε το κορίτσι.

"Τι μέρος είναι αυτό;", ρώτησε ο Άρης. "Πουλάτε παλιά αντικείμενα και έτσι;"

To κορίτσι βύθισε τα μάτια της στα δικά του και ο Άρης ένιωσε να κόβεται η ανάσα του. "Τίποτα δεν είναι προς πώληση εδώ. Εδώ αράζουμε, πίνουμε το ποτό μας και μιλάμε, μιλάμε για άλλες εποχές. Και όσο μιλάμε ταξιδεύουμε. Αυτή εδώ ήταν μια στάση. Σε λίγο θα συνεχίσουμε τον δρόμο μας", είπε η κοπέλα χαμογελώντας. "Τι λες. Θες να μας κάνεις παρέα;"

Τότε ο Άρης παρατήρησε πως στο βάθος του μαγαζιού υπήρχαν τραπέζια, και στα τραπέζια καθόταν κόσμος, κόσμος που έπινε τον καφέ του, τραγουδούσε και συζητούσε με χαρά.

Η κοπέλα τον κοιτούσε με ενδιαφέρον. "Πως λέγεσαι;", τον ρώτησε.

"Εεε... Άρης", έκανε αυτός. "Εσύ;"

"Μελίτα", είπε αυτή. Γλυκιά σαν το όνομα της, σκέφτηκε ο Άρης. "Δε σας ενοχλεί ο σαματάς έξω; Τα επεισόδια, οι συμπλοκές που έγιναν πριν λίγες ώρες... Δε φοβάστε;", τη ρώτησε, παρατηρώντας με απορία τον κόσμο γύρω που έδειχνε να καλοπερνάει.

"Όχι δε φοβόμαστε", είπε η Μελίτα. "Αλλά έτσι κι αλλιώς, περαστικοί είμαστε απο δω. Όπως σου είπα, αυτό είναι ένα ταξίδι. Το λημέρι αυτό είναι απλά το όχημα μας".

Και στα λόγια αυτά ο Άρης είδε κάτι που πραγματικά τον έκανε να μείνει με ανοιχτό το στόμα. Το μαγαζί - ή ό,τι άλλο ήταν - φαινόταν να κινείται! Η θέα απο την βιτρίνα έξω είχε αλλάξει και μεταβαλόταν διαρκώς! Το κτίριο όλο έτρεχε, κάλπαζε ξέφρενα στους δρόμους, σα να χε βγάλει ρόδες!

Και ο Άρης έπιασε τον εαυτό του να ενθουσιάζεται, ακόμα και αν δεν είχε καταλάβει τι γινόταν. Η Μελίτα τον έπιασε απαλά απο το χέρι. "Παίζεις χαρτιά Άρη;", τον ρώτησε, πνίγοντας ένα χαμογελάκι. "Ψάχνουμε έναν ακόμα παίχτη για να κλείσουμε ομάδα". Ο Άρης την κοίταξε και έγνεψε καταφατικά. "Αμέ, γιατί όχι;", είπε.

Και έτσι, σ' εκείνο το ταξίδι, γνωρίστηκαν ο ένας με τον άλλο και με όλη την παρέα.