25 Σεπτεμβρίου 2019

Once upon a time in Hollywood... Κάποιες σκέψεις


Once Upon a Time in Hollywood




Τελευταίος και καταϊδρωμένος, είδα χθες το “Once Upon a Time in Hollywood” - και σκέφτηκα "και δεν γράφω δυο λόγια"; Να σημειώσω εδώ πως ανήκω σε εκείνους που εκτιμούν το συνολικό έργο του Ταραντίνο (παρά τις κάποιες ενστάσεις) και συγκαταλέγω αμφότερα τα “Pulp Fiction” και “Inglourious Basterds” στα έργα-ορόσημα των 90’s και 00’s αντίστοιχα.

Προσοχή: το κείμενο περιλαμβάνει spoiler για την κατάληξη του έργου, επομένως ΜΗ το διαβάσετε σε περίπτωση που δεν το έχετε δει και σκοπεύετε.

Βγαίνοντας, λοιπόν, απ’ τον κινηματογράφο χθες, θα έλεγα πως με είχε κατακλύσει μια μάλλον αρνητική διάθεση. Τα έργα του Ταραντίνο χαρακτηρίζονται από μια ιδιόμορφη “feel-good” αίσθηση, μα το τελευταίο φιλμ… μου το χάλασε στο τέλος – αν και έχω την αίσθηση πως μια χαρά πέρασε η πλειοψηφία των θεατών. Ωστόσο το τέλος, κατά τη γνώμη μου, έμοιαζε να καλουπώνει (στην ένταση, την υπερβολή και την κατάληξή του) όλο το υπόλοιπο έργο – που ως τότε κυλούσε αξιόλογα και μετέδιδε άφθονες εικόνες νοσταλγίας για τον παλιό καιρό του Hollywood (κάτι που υπήρξε και στόχος του σκηνοθέτη), για μια εποχή που πέρασε, αλλά και για εκείνο το αίσθημα του μεγαλώματος, εκείνη την αίσθηση του «τι κάνω στη ζωή μου», όπως αντανακλάται στον ηθοποιό που βλέπει τις μέρες της δόξας του να φεύγουν και πασχίζει να οικοδομήσει μια ταυτότητα σε μια εποχή που αλλάζει και μοιάζει να τον περιθωριοποιεί.

Όλα αυτά όμως… έμοιασαν να ξεθωριάζουν στο φινάλε. Ήταν λες τα τελευταία 20 λεπτά του έργου έλεγαν στο υπόλοιπο φιλμ: «οκ, ό,τι είδατε ως τώρα ήταν απλά μια εισαγωγή. Πάμε στο ψητό». Ένα φινάλε εμποτισμένο από την (κλασική) βία του Ταραντίνο, δοσμένη με ιδιαίτερα σκληρό τρόπο, ακροβατώντας ανάμεσα στο φρικιαστικό και την καρικατούρα. Μια μερίδα του κόσμου γύρω μου, κατά τη διάρκεια των φονικών του τέλους, γελούσε. Νομίζω κάτι τέτοιο είχε κατά νου και ο σκηνοθέτης – να γελάσουμε. Εγώ για κάποιο λόγο, όμως, δεν γελούσα. (οκ, εξαιρώ τη σκηνή με το σκυλί).

Δε νομίζω πως με ενόχλησε η βία – αν και υπήρξε ιδιαίτερα σκληρή στην περίπτωση των γυναικών. Ωστόσο έχουμε ξαναδεί τέτοια. Μεταξύ μας: προτιμώ την επιτηδευμένη και κομιξάδικη βία του Ταραντίνο, από την επιβαλλόμενη ψυχολογική βία ενός Χάνεκε (αναφέρομαι στο “Funny Games”) ή τον πεσιμισμό ενός Φον Τρίερ. Νομίζω πως εκείνο που δεν μπόρεσα να χωνέψω ήταν η αναθεώρηση της ιστορίας του φόνου της Σάρον Τέιτ – και η αντιστροφή της, με τρόπο που να μοιάζει με κάποιο παιδικό υπερηρωικό καρτούν, με το ανάλογο happy ending. Με άλλα λόγια, δεν ήταν τόσο η αναθεώρηση – όσο ο τρόπος.



Once Upon a Time in Hollywood



Ο Ταραντίνο δεν προσπαθεί να αποδώσει την ιστορία – το ξέρουμε. Θέλει να δημιουργήσει μια εναλλακτική πραγματικότητα. Κάτι αντίστοιχο με εκείνο που έκανε στο “Inglourious Basterds” και στο “Django”. Να αποδώσει «εκδίκηση» (όλα τα έργα του περιστρέφονται γύρω από αυτό το θέμα) μέσα από μια πραγματικότητα που έχει κατασκευάσει ο ίδιος. Τα εγκλήματα της σέχτας του Τσαρλς Μάνσον για πολύ κόσμο υπήρξαν το κύκνειο άσμα της δεκαετίας του 60 – και του πνεύματος της «αγάπης» που διατυμπάνιζε η γενιά των λουλουδιών. Και η καημένη η Σάρον Τέιτ δεν έφταιξε πουθενά. Ποιος δεν θα ήθελε να δει την ιστορία αναθεωρημένη λοιπόν; Γιατί όχι.

Αντίστοιχα: ποιος δεν θα ήθελε να δει τον Χίτλερ να καίγεται, παρέα με άφθονους ακόμα ναζί, σ’ ένα θέατρο και τον πόλεμο να τελειώνει με συνοπτικές διαδικασίες – ή έναν μαύρο να σκορπά τον τρόμο στους αφεντάδες που είχαν τους δικούς του σκλάβους στις φυτείες;

Ο Ταραντίνο δημιουργεί, μέσα από τη δύναμη του κινηματογράφου, νέα όνειρα. Φαντασιώσεις παρελθόντος. Η ιστορία γίνεται στα χέρια του παιχνίδι – προκειμένου να την αφηγηθεί με τον τρόπο που επιθυμεί – και θα επιθυμούσαν πολλοί ακόμα σαν αυτόν. Και δεν βρίσκω κάτι επιλήψιμο σε αυτό – είναι δημιουργός. Κάνει ό,τι θέλει. Δημιουργεί φανταστικούς κόσμους, που μοιάζουν πολύ με τους πραγματικούς – μα είναι φανταστικοί, έργα ενός σκηνοθέτη, εκπληρώσεις επιθυμιών. Πρόκειται για τον Μάγο και το μαγικό του ραβδί.

Εξάλλου: το λέει και το όνομα του έργου: “Once Upon a Time in Hollywood”. Οι παραπομπές αφορούν τα κλασικά και αγαπημένα “Once Upon a Time in America” και “Once Upon a Time in the West”… μα αφορούν και τα παραμύθια. Γιατί έτσι ξεκινούν όλα: «μια φορά κι έναν καιρό»…

Το φινάλε του έργου, λοιπόν – ένα φινάλε όπου οι «κακοί» εξοντώνονται και η Σάρον Τέιτ, έγγυος στον ένατο μήνα της, ζει και είναι χαρούμενη και τα sixties δεν τελειώνουν ποτέ – είναι όμοιο με ένα παραμύθι.



Once Upon a Time in Hollywood



Τί με ενόχλησε λοιπόν; Γιατί δεν έμεινα απόλυτα ικανοποιημένος;

Τον καιρό που προβαλλόταν το “Inglourious Basterds” κάθε θεατής ήξερε ποια ήταν η αληθινή έκβαση του πολέμου: ο Χίλτερ πεθαίνει, οι Σύμμαχοι κερδίζουν. Ο Ταραντίντο τροποποίησε μεν τα γεγονότα, μα η κατάληξη παρέμεινε η ίδια. Και οι θεατές γνώριζαν όλοι ποια ήταν η κατάληξη – άλλαξε απλά ο τρόπος.

Μα πόσοι, άραγε, από τους θεατές που παρακολούθησαν στη χώρα μας, στη διάρκεια του περασμένου μήνα, το “Once Upon a Time in Hollywood”, γνώριζαν για το περιστατικό του φόνου της Σάρον Τέιτ και για τη σέχτα του Τσαρλς Μάνσον; Εδώ δεν είναι Αμερική. Για να καταλάβεις πως μια ιστορία αναθεωρείται, χρειάζεται πρώτα να γνωρίζεις αυτή την ιστορία. Και εδώ ο Ταραντίνο δεν αναθεώρησε απλά την ιστορία – την αντέστρεψε, κυριολεκτικά. Είμαι βέβαιος πως κάποιοι θεατές δεν ήξεραν την ιστορία της Σάρον Τέιτ – και αγνοούσαν την κατάληξή της, βλέποντας το έργο.

Το αποτέλεσμα ήταν ένα τυπικό happy ending, δοσμένο μέσα από βία και αίμα, που μοιάζει ν’ αποδίδει δικαιοσύνη – μα εμένα μου μετέδωσε περισσότερο μια αίσθηση ανυπαρξίας νοήματος και έλλειψης πειστικής συσχέτισης με τα υπόλοιπα θέματα του έργου.

Και η βία – για άλλη μια φορά – έμοιαζε περιττή και αδικαιολόγητη. Ήταν λες και ήθελε ο Ταραντίνο να συμπληρώσει απλά να το έργο με το «σήμα-κατατεθέν» του. Γιατί εμείς, πες, «ξέρουμε τι θα γίνει». «Ξέρουμε» πως οι συγκεκριμένοι νέοι υπήρξαν οι εκτελεστές-αγγελιοφόροι του Μάνσον, που διέπραξαν αυτά τα φρικιαστικά εγκλήματα. Μα στην ταινία δεν έχει φανεί κάτι τέτοιο. Βλέπουμε απλά μια παρέα ολίγον τι χαζόβλακων, που εμφανίζονται πολύ λίγο στη διάρκεια του έργου και αποφασίζουν να διαπράξουν κάποιους φόνους «γιατί έτσι». Μα δεν μας δίνεται η δυνατότητα να εκτιμήσουμε το μέγεθος της φρικαλεότητας που χαρακτηρίζει τη σκέψη τους, το σκοτείνιασμα του νου τους – οι χαρακτήρες τους μοιάζουν περισσότερο με καρικατούρες. Δεν τους βλέπουμε στην πράξη, δεν τους ζούμε παρά ελάχιστα.

Η βία που ασκείται πάνω τους, λοιπόν, μοιάζει να έρχεται από το πουθενά. Και το φινάλε θυμίζει ένα ωραιότατο πακέτο, τυλιγμένο με φιόγκο και όλα.

Να, λοιπόν, που το “Once Upon a Time in Hollywood” είναι η πιο… Χόλυγουντ ταινία του Ταραντίνο. Δίχως απώλειες για τους «καλούς», δίχως θυσίες. Οι καλοί επικρατούν, σαν άλλοι παντοδύναμοι σουπερήρωες, απέναντι στους κακούς (που μάλλον κουτορνίθια δείχνουν στο έργο), η ιστορία κυλάει όπως έπρεπε, και όλα καλά και ανθηρά.



Quentin Tarantino - Once Upon a Time in Hollywood




Να σημειώσω εδώ πως η ταινία καλύπτει μεν την περίοδο της ακμής του κινήματος των hippies, μα πέραν της κοινότητας του Μάνσον, δεν παρουσιάζονται παρά ψήγματα της εναλλακτικής κουλτούρας τους – και αν παρουσιάζονται, αυτό γίνεται μάλλον για να τεθούν στο περιθώριο. Και ίσα που γίνεται μια αναφορά στο Βιετνάμ – που τόσο είχε συγκλονίσει την αμερικανική κοινωνία τότε. Ρωτήστε όμως τον υπόλοιπο κόσμο, κύριε Ταραντίνο, τι γνωρίζει περισσότερο από την Αμερική των 60’s: την κουλτούρα των hippies και τις διαμαρτυρίες ή τις αμερικάνικες σειρές της εποχής;

Άσε που μόνο αντιπροσωπευτικός του πνεύματος των hippies δεν μπορεί να θεωρηθεί ο Τσαρλς Μάνσον – ένας ακροδεξιός, κατά βάση, ρατσιστής, που επαγγελόταν, μέσα από ανόητες θεωρίες συνωμοσίας, τη μέρα που θα επικρατούσαν οι λευκοί απέναντι στους μαύρους.

Πόσο «εκπαιδευμένοι» να ήταν άραγε οι θεατές που γέλαγαν μαζικά κατά τη διάρκεια των τελικών σφαγών του έργου; Πόσα να ήξεραν;

Όσο αφορά την ανακατασκευασμένη ιστορία; Θεμιτότατη, από δημιουργική άποψη! Μα χρειάζεται προσοχή - πόσοι θεατές στην εποχή μας γνωρίζουν τη διαφορά ανάμεσα στην αληθινή ιστορία και τη φανταστική αφήγηση της οθόνης; Πιστέψτε με - δεν απουσιάζουν καθόλου οι "φανταστικές ιστορίες", συχνά και οι κατασκευασμένες εκ νέου, από τους καιρούς που ζούμε. Προσοχή μόνο μη μας... απορροφήσει η δίνη της εναλλακτικής πραγματικότητάς μας - και χάσουμε την επαφή με την άλλη.

Χόλυγουντ και ξανά Χόλυγουντ, λοιπόν. Θέαμα για χάρη του θεάματος. Χαρούμενο φινάλε. Και δύο ώρες μιας εξαιρετικά ενδιαφέρουσας ταινίας (ναι, μου άρεσε ως τότε!) έμοιαζαν ξαφνικά εντελώς αδιάφορες.

Αχ, εγώ ανατρέχω σ’ ένα άλλο Χόλυγουντ: εκείνο της δεκαετίας του 70. Εκείνο που ανέδειξε ταινίες όπως ο «Νονός», το “Chinatown”, το “Taxi Driver”, η «Αποκάλυψη Τώρα». Εκείνα τα φιλμ δεν είχαν ανάγκη ούτε από «χαρούμενα τέλη», ούτε από το αντίθετό τους (που έχει γίνει της μόδας τα τελευταία χρόνια): τη μαυρίλα για χάρη της μαυρίλας. Ήταν ρεαλιστικά και ποιητικά ταυτόχρονα, έβλεπαν όλες της όψεις της πραγματικότητας, με την γλυκιά και τη σκοτεινή πλευρά τους – και γι’ αυτό τον λόγο έπειθαν. Πίσω τους έφεραν μεγάλη κληρονομιά: εκείνη του ευρωπαϊκού κινηματογράφου. Νομίζω ένας Φελίνι τώρα, ή ένας Αντονιόνι, θα ήταν ό,τι πρέπει.

Θα ήθελα να ξαναδώ αυτό το Χόλυγουντ – κάποτε. Όσο αφορά τον Ταραντίνο; Τον αγαπώ: για την ποπ-αισθητική του, για την ιδιαιτερότητά του, για το χιούμορ του, για την ικανότητά του να πλάθει το σασπένς σαν τους μάστορες του παρελθόντος! Και αν εστίασα στο φινάλε του έργου, είναι ίσως γιατί περίμενα περισσότερα. Και γιατί μου άρεσε το υπόλοιπο φιλμ. Και γιατί αισθάνομαι βαθιά την ανάγκη, όταν αποχωρώ από μια αίθουσα προβολής, πλέον, να μη νιώθω απλά πως «έχω διασκεδάσει»… μα κάτι παραπάνω. Από τον δημιουργό του “Pulp Fiction”, της “Jackie Brown” και των «Άδοξων…» - ναι, περιμένω κάτι παραπάνω.



Al Pacino - Brad Pitt - Leonardo DiCaprio - Once Upon a Time in Hollywood

2 σχόλια:

  1. Η παρουσίαση της ταινίας με βρίσκει στο σύνολό της σύμφωνο. Αναφέρω βέβαια πως ο Ταραντίνο δεν έδινε ποτέ ιδιαίτερη σημασία στο κοινό πλην ΗΠΑ, παρόλο που έχει δείξει πως αγαπά κινηματογραφικές σχολές από διάφορα μέρη του κόσμου.Ως εκ τούτου μάλλον του είναι αδιάφορο αν το κοινό γνωρίζει ή όχι τις πραγματικές ιστορίες. Αυτό ισχύει και για το κοινό εντός ΗΠΑ. ΥΓ Είμαι ένας από αυτούς που διαφωνούν με τον τρόπο που "παρουσίασε" τον Μπρους Λη ...

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Συμφωνώ μαζί σου! Ο μόνος λόγος που δεν ανέφερα τον Μπρους Λη ήταν γιατί ήδη "παραπονέθηκα" αρκετά για το φινάλε - και είπα να μην το ξεχειλίσω. Μα ισχύει πως αποδόθηκε με αρνητικό τρόπο. Η κόρη του Μπρους Λη διαμαρτυρήθηκε για τη συγκεκριμένη απεικόνιση του πατέρα της, ο Ταραντίνο με τη σειρά του το δικαιολόγησε λέγοντας πως τον χαρακτήριζε όντως αυτή η αλαζονική συμπεριφορά... άντε να βγάλεις άκρη τώρα.

      Διαγραφή